23 Φεβ 2016

Το πρόβλημα της "μετεξέλιξης"

Το άρθρο Το πρόβλημα της "μετεξέλιξης" με σημείωση ότι δημοσιεύθηκε και στην τ/κ εφημερίδα ΚΙΠΡΙΣ στις 16/2/2016 και το οποίο σχολίασε ο Κουτλάη Έρκ. Το χαρακτήρισε εξαιρετικό. Η συζήτηση για μετεξέλιξη ή παρθενογένεση συντηρείται εδώ και καιρό, αλλά επανέρχεται στο προσκήνιο κάθε φορά που η λύση βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής. Δεν γνωρίζω γιατί οι ηγέτες μας ασχολούνται με αυτό το θέμα, αντί να επικεντρωθούν στην ουσία, που είναι η κατάληξη σε λύση. Πολλές φορές έχω τονίσει ότι, μετά τη λύση κανένας πολιτικός δεν θα ενδιαφερθεί πως δημιουργήθηκε το ομοσπονδιακό κράτος της Κύπρου, αν μετεξελίχθηκε ή αν κάποια νέα σύμβαση προσδιόρισε τη νέα μορφή του κράτους. Αυτό θα αποτελέσει αντικείμενο έρευνας των πανεπιστημιακών, παρά της πολιτικής καθημερινότητας. Εφόσον όμως, επαναφέρεται αυτό το θέμα θα πρέπει να τοποθετηθούμε με τρόπο κατανοητό, χωρίς υπερβολές και χωρίς τη χρήση στερεοτύπων που δεν βοηθούν τους πολίτες να αντιληφθούν τη χρησιμότητα της συζήτησης. Με αποδεκτό και κατανοητό λεξιλόγιο θα αναλύσω τις έννοιες της μετεξέλιξης χωρίς να χάνεται η νοηματική αξιοπιστία τους, για να προσδιορίσουμε ακριβώς τι θέλουμε και πιο σωστά ότι, ξέρουμε τι θέλουμε να κατασκευάσουμε και πάνω σε ποιες θεμελιακές αρχές. Γι αυτό απορρίπτω a priori τις αποκαλούμενες «κόκκινες γραμμές». Δεν μπορείς να παρακάθεσαι στο τραπέζι των συνομιλιών και να προβάλλεις «κόκκινες γραμμές». Μ’ αυτό τον τρόπο δεν διεξάγονται συνομιλίες για εξεύρεση συναινετικών λύσεων. Μ’ αυτή τη αρχική διακηρυκτική θέση, δηλώνω ότι, ούτε η «μετεξέλιξη» αποτελεί ή μπορεί να αποτελεί «κόκκινη γραμμή», ή μπορεί να τοποθετηθεί στο τραπέζι των συνομιλιών και να διεκδικηθεί η αναγνώριση της. Ας την αφήσουμε στο περιθώριο, διαφορετικά παραχωρούμε στις απορριπτικές δυνάμεις ερείσματα και πολιτικό χώρο για να αντιδρούν και να εκφοβίζουν τους πολίτες. Θα ξεκινήσω από το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία εμφανίστηκε στο διεθνές προσκήνιο ως αποτέλεσμα μιας διεθνούς συμφωνίας ανάμεσα στα εμπλεκόμενα κράτη, τα οποία υποστήριξαν την παραχώρηση ανεξαρτησίας στην Κύπρο. Αυτή τη συμφωνία υπέγραψαν και οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, οι ηγέτες των δυο κοινοτήτων, επειδή αυτές θα διαχειρίζονταν το νέο κράτος. Η Κυπριακή Δημοκρατία έγινε μέλος του ΟΗΕ, η διεθνή συμφωνία και οι επιμέρους συμφωνίες, όπως και το σύνταγμα του νέο κράτους, κατατέθηκαν στη γραμματεία του ΟΗΕ, ως τεκμήρια για μεταβίβαση της κυριαρχίας της Κύπρου από τη Μ. Βρετανία στην Κυπριακή Δημοκρατία. Το κράτος της Κύπρου είναι δικοινοτικό κράτος και ο δικοινοτισμός διέρχεται το σύνολο των προνοιών του συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είναι γνωστό γιατί η Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπόρεσε να επιβιώσει. Ενώ οι εξωτερικοί παράγοντες που εγκαθίδρυσαν το κράτος, (Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία) επιθυμούσαν να λειτουργήσει και να αναπτυχθεί, οι εσωτερικοί όμως ταγοί το υπόσκαπταν, έθεσαν σε ακραίο ανταγωνισμό της εθνικές τους αφηγήσεις. Με τα δεδομένα αυτά, ο Δεκέμβρης του 1963 δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αλλά αποτέλεσμα της συλλογικής εθνικιστικής εξαλλοσύνης και στις δυο κοινότητες. Οι Ελληνοκύπριοι κυνήγησαν τους Τουρκοκύπριους, αλλά και οι Τουρκοκύπριοι έπραξαν ακριβώς το ίδιο. Η Κυπριακή Δημοκρατία για συγκυριακούς λόγους, εξαιτίας του διεθνούς ανταγωνισμού ανάμεσα στις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ επιβίωσε, με αποτέλεσμα να βρεθεί στα χέρια των Ελληνοκυπρίων. Από εκείνη τη μέρα, η Ελληνοκυπριακή κοινότητα προχωρεί με σταθερά βήματα στην ελληνοποίηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και οι Τουρκοκύπριοι από υποκείμενο Δικαίου μετατρέπονται σε αντικείμενο, με μια σειρά νόμων και ενεργειών των Ελληνοκυπρίων Η δεκαετής περιπλάνηση των Ελληνοκυπρίων με τα πανώ της «αυτοδιάθεσης –ένωσης», η κατάργηση βασικών διατάξεων του συντάγματος, και η μακρόχρονη χρήση του Δικαίου της Ανάγκης, άλλαξαν ουσιαστικά το δικοινοτικό χαρακτήρα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μ’ αυτό το κράτος οι Τουρκοκύπριοι δεν είχαν από το Δεκέμβρη του 1963 και μετά καμιά σχέση. Άρχισαν και αυτοί να οικοδομούν παράλληλους κρατικούς μηχανισμούς για να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν την καταπίεση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Γι αυτό δικαιούται κατά την άποψη μου ο κ. B. Burcu να δηλώνει όταν τίθεται θέμα από τους Ελληνοκύπριους μετεξέλιξης της Κυπριακής Δημοκρατίας «ότι η τ/κ πλευρά δεν αποδέχεται την Κυπριακή Δημοκρατία από την οποία είναι αποκλεισμένη για χρόνια και η οποία εκπροσωπεί μόνο τους Ελληνοκυπρίους και σε καμία περίπτωση η προσπάθεια τους δεν στοχεύει στην "τροποποίηση" της». Τίθεται όμως και ένα πρακτικό πρόβλημα: όταν μιλάς για μετεξέλιξη κράτους, θα πρέπει να υπάρχει ένα νομοθετικό ή συντακτικό σώμα που θα αποφασίσει τη νέα μορφή που θα του αποδώσει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, αν μιλήσουμε για μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, τότε η Βουλή των Αντιπροσώπων είναι αυτή που θα αποφασίσει τη σύσταση του σώματος που θα προετοιμάσει το Βασικό Νόμο, που η ίδια θα θέσει με τις θετικές της ψήφους σε ισχύ. Στη Βουλή των Αντιπροσώπων όμως, συμμετέχουν μόνο οι Ελληνοκύπριοι. Τότε πως θα μετεξελιχθεί η Κυπριακή Δημοκρατία; Θα αποφασίσουν οι Ελληνοκύπριοι για τους Τουρκοκύπριους; Αυτό το ερώτημα θα πρέπει να απαντηθεί δημόσια για να αντιληφθεί ο ελληνοκύπριος πολίτης, ότι υπάρχει ένα κενό, που δεν υπάρχει τρόπος να καλυφθεί. Οι Τουρκοκύπριοι δεν αναγνωρίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία στη σημερινή της μορφή και έτσι δεν προτίθενται να λάβουν μέρος σε τέτοια διαδικασία. Η επιμονή –εφόσον της δίνεται και ο χαρακτήρας της «κόκκινης γραμμής»- των ελληνοκυπρίων στη «μετεξέλιξη» είναι στάση που θα οδηγήσει τις συνομιλίες σε οριστικό ναυάγιο προς τέρψιν των απορριπτικών δυνάμεων. Γι αυτό και τα εθνικιστικά κόμματα επιμένουν στην προβολή της «μετεξέλιξης» ως απαραίτητου όρου για επίλυση του προβλήματος. Η «μετεξέλιξη» λαμβάνει διαστάσεις υπέρμετρες από την εννοιολογική της σημασία, μετατρέπεται σε πυρήνα του συνολικού προβλήματος. Ας προσεγγίσουμε το πρόβλημα με άλλους όρους για να βοηθήσουμε στην οριστική του ρύθμιση. Οι ελληνοκύπριοι και οι τουρκοκύπριοι ηγέτες που επιθυμούν λύση αποδέχονται και αναγνωρίζουν την ύπαρξη κράτους του 1960 που κράτησε μόνο για τρία χρόνια πριν αλλάξει μορφή και περιεχόμενο. Γι αυτό και δεν μιλούν για διάδοχή κράτους, που σημαίνει ότι δεν θα απαιτηθεί εκ νέου διεθνής αναγνώριση. Πάνω σ’ αυτή τη βάση, οι δυο πλευρές δέχονται να συζητήσουν τη νέα μορφή, που είναι το εποικοδόμημα σ’ αυτό το κράτος. Τη νέα μορφή θα προσδιορίζουν οι συμφωνίες στις οποίες θα καταλήξουν οι δυο οι δυο ηγέτες και θα νομιμοποιήσουν οι δυο κοινότητες με δημοψηφίσματα. «Η προσπάθεια μας –δήλωσε ο Barcu- είναι να δημιουργήσουμε μια νέα δομή». Δεν αναφέρθηκε σε νέο κράτος, αλλά σε δομή κράτους. Δομή κράτους δεν είναι το ίδιο το κράτος. Οι μορφές των κρατών είναι μόνο δυο: το ενιαίο και το ομοσπονδιακό. Η πρώτη μορφή δοκιμάστηκε και απορρίφθηκε και από τις δυο κοινότητες. Τώρα θα δοκιμασθεί η δεύτερη, ελπίζοντας ότι ο λαός και οι ηγέτες έγιναν σοφότεροι και δεν θα την ανατρέψουν όπως έκαναν το Δεκέμβρη του 1963. Οι πολίτες βέβαια, που δεν μπορούν να διαχωρίσουν τέτοιους όρους δεν μπορούν να εμβαθύνουν στην ουσία του προβλήματος γι αυτό και είναι ευάλωτοι σε λαϊκίστικες αναλύσεις και αποδέκτες εθνικιστικών μηνυμάτων και παρορμήσεων. Η κυβέρνηση και τα κόμματα που την υποστηρίζουν στην εξεύρεση διευθέτησης του προβλήματος είναι αναγκασμένα να τείνουν χείρα βοήθειας στην κρατική ηγεσία. Τα εύσημα θα πρέπει να απονέμω στον αγαπητό Τ. Τσελεπή που με τη στιλπνότητα του λόγου του ξεκαθάρισε τη θέση του κόμματος του. ΠΟΛΙΤΗΣ 12/2/2016

Δεν υπάρχουν σχόλια: