20 Ιαν 2011

ΚΥΠΡΟΣ: υπέρβαση του κοινοτισμού – προβλήματα και προοπτικές

Εκδήλωση του Νεοκυπριακού Συνδέσμου με θέμα:
ΚΥΠΡΟΣ: υπέρβαση του κοινοτισμού – προβλήματα και προοπτικές.
(Δημοσιογραφική Εστία 18/1/2011)। Συμμετείχαν με εισηγήσεις:


Δρ Γιάννης Παπαδόπουλος, ακαδημαϊκός, Πάντειο Πανεπιστήμιο με θέμα: Κρατικές γενεολογίες, εθνικές ταυτότητες.
Δρ. Niyazi Kızılyürek: ακαδημαϊκός, Πανεπιστήμιο Κύπρου με θέμα: Ολική Κύπρος, προβλήματα και προοπτικές.
Δρ. Κυριάκος Τζιαμπάζης: συγγραφέας, πολιτικός αναλυτής, με θέμα: Η εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η κατασκευή του πολίτη, προβλήματα και προοπτικές.
Δρ. Bekir Azgın, Ακαδημαϊκός, Πανεπιστήμιο Ανατολικής Μεσογείου, με θέμα: Οι κύπριοι είναι οι ίδιοι: οι ε/κ και τ/κ εφημερίδες για το γυναικείο πρόβλημα।

Η ανακήρυξη της Κύπρου σε ανεξάρτητο κράτος, η κατασκευή του πολίτη: προβλήματα και προοπτικές
Η εισήγηση του Κυριάκου Τζιαμπάζη

Η έννοια του πολίτη είναι πολιτικό κατασκεύασμα και αποτελεί το ανώτερο πολιτιστικό αγαθό που αναδημιούργησε τον άνθρωπο, μέσα από την καταχνιά του θρησκευτικού μεσαίωνα. Τα κράτη με την εμφάνιση τους δημιούργησαν την κοινωνία των πολιτών, ανεξάρτητα από τη φυλετική καταγωγή τους. Δεν θα αναφερθώ στις ιστορικές διεργασίες δημιουργίας των κρατών-εθνών, δεν είναι το αντικείμενο της ομιλίας μου. Θέλω όμως να αναφέρω από την αρχή ένα απόφθεγμα του Massimo d’ Azeglio, ο οποίος είπε μετά την ιταλική Παλιγγενεσία («Risorgimento»): «Δημιουργήσαμε την Ιταλία, τώρα πρέπει να δημιουργήσουμε τους Ιταλούς» (Michael Billing «Banal Nationalism). Ο Massimo d’ Azeglio εννοούσε φυσικά τη δημιουργία ιταλικής ταυτότητας, επειδή μέχρι τότε, οι Ιταλοί, προσδιορίζονταν ως Λομβαρδοί, Γενουάτες, Ενετοί, Σικελοί, κλπ, από την ονομασία της περιοχής καταγωγής τους.
Έχω αναφέρει ότι αυτό που είπε ο ιταλός οραματιστής, επειδή έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας. Η Κυπριακή Δημοκρατία δημιουργήθηκε ως κράτος μέσα από συμβιβασμούς όλων των ενδιαφερομένων μερών, της Ελλάδας, της Τουρκίας και της Βρετανίας, με τη συμμετοχή στο τελικό στάδιο και των κοινοτήτων της Κύπρου. Οι συμφωνίες, όμως, δεν εγκαθίδρυσαν ένα ελληνοτουρκικό κράτος, παρόλο που κατασκευάστηκε άμεσα από την Ελλάδα και την Τουρκία, στις συνομιλίες που έγιναν στη Ζυρίχη. Δεν απέδωσαν στα μέλη της κάθε κοινότητας την ιδιότητα του πολίτη των κρατών στις οποίες οι κοινότητες θεωρούσαν ότι φυλετικά αποτελούν προέκταση τους. Η Κυπριακή Δημοκρατία εγκαθιδρύθηκε ως αυτοτελές κράτος, με το δικό της έδαφος, με τη δική της κυριαρχία, με νόμιμη εξουσία, με καθορισμένα τα σύνορά της και με τον γηγενή πληθυσμό, ο οποίος ανεξάρτητα από την φυλετική του καταγωγή, αποτέλεσε τους πολίτες της.
Θα υπενθυμίσω προς όλους που βρίσκονται σ’ αυτή την αίθουσα, που έχουν την ίδια περίπου ηλικία μαζί μου τα ακόλουθα: η ταυτότητα που μας εκδόθηκε μετά την 16η Αυγούστου 1960, που κάποιοι πιθανόν να την έχουν φυλάξει για ενθύμιο, όπως έκανα και εγώ, στο μέσον της δεύτερης σελίδας υπάρχουν δυο τετραγωνάκια: το πρώτο έχει τυπωμένη την λέξη Nationality και με το χέρι την απάντηση: citizen of the Republic. Το δεύτερο τετραγωνάκι έχει τυπωμένη τη λέξη: Race και με το χέρι γράφει τη λέξη Greek.
Ποιοι είναι οι συνειρμοί που δημιουργούνται και οι πολιτικές προεκτάσεις τέτοιας αναφοράς.
Η πρώτη, έχει άμεση σχέση με, την κατηγοριοποίηση των ιθαγενών κατοίκων ως πολιτών του νεοεγκαθιδρυθέντος κράτους και η δεύτερη με την κατανομή της κρατικής εξουσίας ανάμεσα στις φυλετικές ομάδες του νέου κράτους.
Η δημιουργία κράτους σήμαινε και κατασκευή ταυτότητας του πολίτη, διάφορη από εκείνη του Έλληνα και του Τούρκου. Αυτό όμως αποδείχθηκε το πιο δύσκολο εγχείρημα. Δυστυχώς στην Κύπρο δεν βρέθηκε ένας νέος Massimo d’ Azeglio να πει: «δημιουργήσαμε το κυπριακό κράτος, ώρα να δημιουργήσουμε τους πολίτες του». Έγινε ακριβώς το αντίθετο. Όλοι και εννοώ τις ηγετικές δυνάμεις και στις δυο κοινότητες, εργάστηκαν συνειδητά για αποτροπή αποδοχής τέτοιας ταυτότητας, επειδή δεν έπαψαν να διακατέχονται από τα οράματα του αλυτρωτισμού τους. Δεν εννοώ την εγκαθίδρυση κράτους-έθνους, όπως το εννοούσε ο Ιταλός οραματιστής, αλλά πολιτών με όλα τα δημοκρατικά δικαιώματα.
Θα αναφέρω μόνο μερικά παραδείγματα που σχετίζονται άμεσα με το θέμα της ομιλίας μου για τη δημιουργία ταυτότητας διάφορης από εκείνης του Έλληνα και του Τούρκου, το πώς πολεμήθηκε από ελληνοκυπριακής πλευρά η κατασκευή του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι, ούτε και η ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας βοήθησε στην κατασκευή του πολίτη του νέου κράτους.
Ο επίσκοπος Κερύνειας Κυπριανός απευθύνει στις 25 Φεβρουαρίου 1959, έξη μέρες μετά τη υπογραφή των συμφωνιών, επιστολή με την οποία καλεί τους Έλληνες βουλευτές, που συζητούσαν το κυπριακό, να απορρίψουν τις συμφωνίες Λονδίνου, επειδή κατά την άποψή του με την απαγόρευση της ένωσης «θα είναι η ανάπτυξις δραστηριότητος προς δημιουργίαν «κυπριακού πατριωτισμού» με στόχον διαρκή και μοναδικόν τον αφελληνισμόν της νήσου».[i] Το 1965 στις 16 του Γενάρη το 1965 η ηγεσία του ΑΚΕΛ σε απάντηση της πρότασης του Α. Γκρομύκο, υπουργού εξωτερικών της ΕΣΣΔ που υπέβαλε την πρόταση για μετατροπή της Κυπριακής Δημοκρατίας από ενιαίο κράτος σε ομοσπονδιακό, εκδίδει την ακόλουθη ανακοίνωση: «η ουσία του Κυπριακού εθνικού προβλήματος δεν βρίσκεται στη δημιουργία χωριστής εθνικής οντότητας με ξεχωριστή εθνική συνείδηση, αλλά στην εθνική αποκατάσταση του κυπριακού λαού…».[ii] Δεν θα πρέπει να ξεχνούμε επίσης το ακόλουθο γεγονός: όταν οι νέοι της γενιάς μου που κατατάσσονταν στη λεγόμενη «Εθνική Φρουρά», δεν ορκίζονταν στο σύνταγμα και στους νόμους του κυπριακού κράτους αλλά στο σύνταγμα και στον Βασιλιά της Ελλάδας. Η ελληνοκυπριακή ηγεσία δεν ήθελε και δεν κούνησε το μικρό της δακτυλάκι για την δημιουργία συνείδησης του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η σύγκρουση των δυο κοινοτήτων έλαβε χαρακτήρα σύγκρουσης ταυτοτήτων που φτάνει στο απόγειό της τον Ιούλιο του 1974, σε μια προσπάθεια πραξικοπηματικής εφαρμογής της ένωσης και συνεπακόλουθα της οριστικής διευθέτησης του ζητήματος της ταυτότητας.
Τα τραγικά γεγονότα του 1974 επέφεραν ουσιαστικές αλλαγές στη συνείδηση των ελληνοκυπρίων. Το όραμα της ένωσης, άρα και της απόκτησης ελληνικής ταυτότητας οριστικά κατέρρευσε. Αυτοί που πρόβαλλαν, ως η δύναμη που θα ένωνε την Κύπρο με την Ελλάδα την οδήγησαν στην καταστροφή. Η κατάσταση που δημιουργήθηκε εκείνη την εποχή, μετέβαλε και τις αντιλήψεις της ελληνοκυπριακής κοινωνίας. Οι πολιτικές αλλαγές, επέφεραν την ανάδειξη, μιας άλλης ταυτότητας πέρα από αυτήν του πολίτη του ελληνικού κράτους. Άρχισαν δειλά-δειλά να εμφανίζονται τα σύμβολα του κυπριακού κράτους και συνειδητοποιήθηκε η δύναμη της ταυτότητας του. Αυτό επιβεβαιώνει την άποψη, ότι η ταυτότητα δεν είναι προέκταση της φυλετικής κατηγοριοποίησης, αλλά πολιτικών και άλλων πολύπλοκων διεργασιών.
Στην αντίπερα όχθη οι τουρκοκύπριοι κατασκεύαζαν μια νέα ταυτότητα, ως αποτέλεσμα της δημιουργίας δικών τους θεσμών και κρατικών οργάνων. Οι φίλοι μας που βρίσκονται σ’ αυτή την αίθουσα έχουν ενηλικιωθεί μ’ αυτούς τους θεσμούς, πολιτεύονται μ’ αυτούς τους θεσμούς, υπάγονται σ’ αυτούς τους θεσμούς, άρα στη συνείδηση τους νομιμοποιείται και η αντίστοιχη ταυτότητα. Η ανάμνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία λειτούργησε ως κοινό κράτος διάρκεσε μόνο τρία χρόνια, έχει ξεθωριάσει, αποτελεί πολύ μακρινό και θλιβερό γι’ αυτούς παρελθόν. Από το Δεκέμβρη του 1963 έπαψαν να συμμετέχουν στις εργασίες του κυπριακού κράτους, δεν θεωρούσαν τους εαυτούς τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η ταυτότητα, βέβαια, δεν είναι μόνο θεσμοί. Πέρασαν αρκετά χρόνια μέχρι που η τουρκοκυπριακή κοινότητα να αντιληφθεί που την έσυραν οι εθνικιστικές δυνάμεις, ότι τέτοια πολιτική απορρίπτει την δική τους ταυτότητα, όπως οι ίδιοι την κατασκεύασαν. Αντιλαμβάνονται, ότι η διαφοροποίηση της πληθυσμιακής σύνθεσης, που συντελείται μέχρι τις μέρες μας χωρίς σταματημό, υποσκάπτει την δική τους πολιτισμική, αλλά και κρατική ταυτότητα. Το 2003 οι τ/κύπριοι ανεξάρτητα από πολιτικές ή ιδεολογικές τοποθετήσεις, θα ξεχάσουν την καταπίεση των Ελληνοκυπρίων για την περίοδο 1964-74, θα δημιουργήσουν συνθήκες επαναστικοποίησης της κοινωνίας, απαιτώντας τη διάνοιξη των οδοφραγμάτων, την επανένωση της κοινωνίας. Ήθελαν να υπερβούν το κοινοτικό κράτος, ζητούσαν την δημιουργία ενιαίας ταυτότητας για όλους τους Κυπρίους, με την εγκαθίδρυση ομοσπονδιακού κράτους. Ήταν η διέξοδος για να απαλλαγούν από τη σταδιακή διαφοροποίηση της ταυτότητας τους, που τους επιβλήθηκαν με την πλήρη εξάρτηση από την Τουρκία.
Η ελληνοκυπριακή κοινότητα, που αναπτύχθηκε με γρήγορα οικονομικά άλματα μετά το 1974, σε μια κοινωνία αμιγώς ελληνοκυπριακή, με θεσμούς που καθιερώθηκαν μόνο γι΄ αυτήν από το ελληνοκυπριακό κράτος που αναγνωρίζεται διεθνώς, δεν μπορούσε να συλλάβει το μέγεθος των αλλαγών που είχαν συντελεστεί στην άλλη κοινότητα και να συναντήσει τις δυνάμεις της που ξεσηκώθηκαν το 2003. Οι κρατικοί παράγοντες στην Κυπριακή Δημοκρατία και οι πολιτικοί τους σύμμαχοι την απέδιδαν σε οικονομικά συμφέροντα και πολιτικές τακτικές, εξαιτίας της εισδοχής της Κύπρου στην ΕΕ και υποβάθμιζαν τα βαθύτερα αίτια των δυναμικών κινητοποιήσεων[iii]. Η Κυπριακή Δημοκρατία είχε εδραιωθεί από το 1963 ως ελληνοκυπριακό κράτος, η ταυτότητα του πολίτη ανταποκρινόταν στην φυλετική του καταγωγή. Αναπτύσσεται ένα νέο είδος εθνικισμού τον οποίο αποκαλώ κυπριακό «νεοεθνικισμό». Ο χρόνος που διέρρευσε από το 1963 έως το 2003 ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τη αντίληψη ανάμεσα στην ελληνοκυπριακή κοινωνία, ότι η ανάμειξη των δυο κοινοτήτων δυνατόν να διαφοροποιήσει την ταυτότητά τους, με αποτέλεσμα να ακούγεται έντονα το «εμείς ποδά τζιαί τζίνοι ποτζιεί». Τελικά, με το δημοψήφισμα του 2004 οι ελληνοκύπριοι επέλεξαν το κοινοτικό κράτος παρά το δικοινοτικό. Ο αντιτουρκισμός που είχε καλλιεργηθεί στα σχολεία και στην πολιτική ζωή, απέδωσε καρπούς. Οι ρίζες της ιδέας για ελληνικό κυπριακό κράτος βρίσκεται στην περίοδο 1963-1974. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Μακάριος διακήρυσσε, ότι «έχομεν ήδη μίαν καθαρώς ελληνικήν κυβέρνησιν εις την Νήσον. Οι Τούρκοι δεν μετέχουν της Κυβερνήσεως. Δια τούτο φρονώ, ότι δεν πρέπει να σπεύσομεν»[iv] (εννοεί να λύσουμε το κυπριακό).

Σήμερα τίθεται το ερώτημα: Πως θα πρέπει να προχωρήσουμε παρακάτω; Τι πρέπει να γίνει για να ξεπεράσουμε τον κοινοτισμό απομονωτισμό και να ανοικοδομήσουμε μια ενιαία κοινωνία που θα δημιουργήσει και την ενιαία ταυτότητα των Κυπρίων πολιτών;

Θα ξεκινήσω από το σύνταγμα που επεξεργάζονται οι εκπρόσωποι των δυο βασικών φυλετικών ομάδων της χώρας μας. Στο βιβλίο μου «Για τη μορφή του κυπριακού κράτους» εισηγούμαι την απάλειψη από το νέο σύνταγμα της πρόνοιας που απαγορεύεται την ένωση και τη διχοτόμηση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αντί να ξεκινήσουμε με απαγορεύσεις, που τελικά αποδείχτηκαν ότι δεν μπορούν να εφαρμοστούν, να αναδιαμορφωθεί η πρόνοια ως ακολούθως: «Η υπεράσπιση του συντάγματος αφήνεται στον πατριωτισμό των πολιτών της Ενιαίας Κυπριακής Δημοκρατίας»[v] (εάν έτσι θα ονομάζεται το νέο ομοσπονδιακό κράτος). Ταυτόχρονα εισηγούμαι και κάτι άλλο: να αποφευχθεί ο προσδιορισμός των συνιστώντων κρατών ως Τουρκικό Βόρειο συνιστών κράτος και Ελληνικό Νότιο συνιστών κράτος και να αναφέρεται μόνο ο γεωγραφικός τους προσδιορισμός: νότιο και βόρειο κράτος. Το ζητούμενο είναι αν θέλουμε να δημιουργήσουμε κοινωνία πολιτών ή φυλετικών ομάδων, που η κάθε μια θα καλλιεργεί ξεχωριστή συνείδηση όπως και στο παρελθόν, χωρίς ποτέ να μπορέσουν να προσεγγίσουν η μια την άλλη.
Σ΄ αυτή τη διαδικασία κατασκευής της ιδιότητας του νέου πολίτη θα διαδραματίσει ουσιαστικό και καθοριστικό ρόλο η Παιδεία. Και όταν αναφερόμαστε στο ρόλο της Παιδείας εννοούμε εκείνα τα διδακτικά μαθήματα που ασχολούνται με την κατασκευή της ιδιότητας του πολίτη, όπως η ιστορία, η πολιτική αγωγή και η λογοτεχνία. Ο Πανταζής Τερλεξής[vi] αναφέρει πολύ ορθά, ότι οι ελληνοκύπριοι δημιούργησαν ένα έπος από ένα ποίημα του Β. Μιχαηλίδη, (στην πραγματικότητα δεν υπήρξε τέτοιο έπος, ούτε συμμετείχαν στην επανάσταση του 1821) πάνω στο οποίο στήριξαν τα πολιτικά οράματα τους στο 20ό αιώνα. Αυτό που θέλω να τονίσω, είναι ότι η ιστορία που διδάσκεται η νεολαία της Κύπρου, και στις δυο κοινότητες στηρίζεται σε νίκες και ήττες εκατέρωθεν, σε σφαγές και βαρβαρισμούς εκατέρωθεν και αγνοεί την για αιώνες ειρηνική συμβίωση των κατοίκων της Κύπρου και τους κοινούς αγώνες και στάσεις ενάντια στην οθωμανική καταπίεση.[vii]
Το σύνταγμα του 1960 καθιέρωσε τις Κοινοτικές Συνελεύσεις για να χειρίζονται τα της Παιδείας σε κάθε κοινότητα, αλλά δεν απαγόρευε τη συνεννόηση ανάμεσα σ’ αυτές για κατασκευή ενός κοινού σκελετού που να δημιουργούσε πολίτες που να φέρονται με σεβασμό προς το κράτος τους με αποτέλεσμα, όπως έγραψε πρόσφατα και ο υπουργός Παιδείας κ. Α. Δημητρίου, «οι συνθήκες αυτές δεν επέτρεψαν μια ανεμπόδιστη ή ομαλή μετάβαση σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία δυτικού τύπου».[viii] Αυτή τη συγκρουσιακή κατάσταση, θα πρέπει οι ηγεσίες των κοινοτήτων να υπερβούν και ανεξάρτητα από τη ομοσπονδιακή δόμηση του κράτους, η ομοσπονδιακή βουλή οφείλει να νομοθετήσει ένα ενιαίο βασικό πρόγραμμα για όλους τους κύπριους πολίτες, έτσι που να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος. Η Πολιτική Αγωγή που διδάσκεται στα σχολεία έχει να διαδραματίσει αποφασιστικό ρόλο στην κατασκευή της ιδιότητας του νέου πολίτη, να του καλλιεργήσει την νομιμοφροσύνη του προς το νέο συνταγματικό καθεστώς, να το νομιμοποιήσει στη συνείδηση του. Είμαστε μια κοινωνία υπό κατασκευή και είναι αναγκαίο να στραφούμε στη μελέτη, στο «πως λειτουργούν συγκεκριμένες πεποιθήσεις και αξίες μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο κατά τη διαμόρφωση ταυτότητας, εντός δημοσίων λόγων και κοινωνικών πρακτικών, στη ρητορική, στα αφηγηματικά σχήματα».[ix]
Η ταυτότητα του πολίτη δεν είναι ένα χαρτί που φέρει στην τσέπη του, ή κατασκευάζεται μέσα στο κεφάλι του χωρίς διαμεσολάβηση των κοινωνικών διεργασιών. Η ταυτότητα κατασκευάζεται μέσα από την κοινωνικά δημιουργική δραστηριότητα του ατόμου, με τη συμμετοχή του σε πολιτικές ομάδες, από την προσπάθειά του να αντιληφθεί τις κοινωνικές και πολιτικές δομές της κοινωνίας, από το ρόλο και την κατηγοριοποίηση του σε φυλετική ομάδα και το δημιουργικό της ρόλο στην ανάπτυξη της κοινωνίας, τους ρόλους που αναλαμβάνουν οι πλειοψηφίες και οι η μειοψηφίες, τις πολιτιστικές και άλλες ταυτότητες που δημιουργούνται με την καθημερινή, εργασιακή του δραστηριότητα. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες δημιουργείται η προσωπική ταυτότητα, και, επομένως, θα πρέπει να θεωρείται σημείο εκκίνησης και διαλόγου και επιχειρηματολογίας. Η πολιτική συμμετοχή και προσωπική εμπλοκή στα κοινά, η δράση δηλαδή, είναι μια εμπειρία που μετατρέπει το άτομο σε πολίτη, του παρέχει τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί την ταυτότητα του με άλλους και να αυτοπροσδιοριστεί ως πολίτης. Η κατασκευή του πολίτη είναι εν μέρει η κατασκευή μιας ταυτότητας.
Το ομοσπονδιακό μας κράτος δεν μπορεί να είναι μόνο καταμερισμός εξουσίας ανάμεσα στις κοινότητες. Είναι αναγκαίο να υπερβεί πολιτικά αυτό το περιοριστικό στοιχείο, επειδή η εμμονή στη φυλετική αποκλειστικότητα και την ιστορία της κάθε κοινότητας ξεχωριστά, θα καθηλώσει και θα περιορίσει τους πολίτες στα στενά πλαίσια της φυλετικής τους ομάδας. Δεν είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που την κατοικούν διάφορες φυλετικές ομάδες, οι οποίες διαθέτουν το δικό τους πολιτιστικό και άλλο υπόβαθρο. Θα πρέπει να ανοίξουμε τον ορίζοντα της γνώσης, να μελετήσουμε, να αντλήσουμε ότι θετικό έχουν να μας δώσουν άλλα κράτη, για να ανταποκριθούμε με σιγουριά στις προκλήσεις του μέλλοντος.
Πριν κλείσω την εισήγηση μου θα πρέπει να υπογραμμίσω τα εξής: Σήμερα παρατηρείται ανάμεσα στην τ/κ κοινωνία μια νέα κινητοποίηση σωτηρίας της ταυτότητάς της που χάνεται, επειδή χάνεται ο γηγενής τουρκοκυπριακός πληθυσμός και αυξάνονται σε αριθμό οι Τούρκοι πολίτες που μετοικούν στην Κύπρο. Οι αλλαγές στη σύνθεση του πληθυσμού θα επιφέρει και αλλαγές στην ταυτότητα του. Αυτό το αντιλήφθηκε και ο ακραίος εθνικιστής Ρ. Ντεκτάς, ο οποίος πρόσφατα δήλωσε, ότι θα πρέπει να σταματήσει η ανεξέλεγκτη ροή πολιτών της Τουρκίας προς την Κύπρο.
Θα πω ακόμα κάτι άλλο: στην Κύπρο ζουν και άλλες κοινότητες που έχουν τη δική τους ιδιαίτερη ταυτότητα, όπως οι Μαρωνίτες, οι οποίοι κατοικούν σε συγκεκριμένο έδαφος και δεν θα πρέπει οι νέες συμφωνίες να αποτελέσουν οδοστρωτήρα γι’ αυτές. Είναι υποχρέωση των ηγεσιών των δυο κοινοτήτων να σεβαστούν την θρησκευτική και πολιτιστική τους ιδιαιτερότητα και να λάβουν όλα τα μέτρα για την κατοχύρωση των νόμιμων δικαιωμάτων τους. Η δημιουργία ομοσπονδιακών εδαφών θα βοηθήσει στην κατασκευή και ανάπτυξη και της δικής τους ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας.
Θα ολοκληρώσω την παρέμβαση μου με το ακόλουθο απόσπασμα του Claude Levi-Strauss στο οποίο τόνιζε: «για να προοδεύσουν οι άνθρωποι, πρέπει να συνεργασθούν, αλλά κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους βλέπουν ότι σιγά-σιγά εξομοιώνονται οι προσφορές τους, τη στιγμή εκείνο το οποίο έκανε τη συνεργασία τους γόνιμη και απαραίτητη, ήταν ακριβώς η ετερογένειά τους»[x] (από το άρθρο του Φυλή και Ιστορία, στο βιβλίο Ο φόβος της Ελευθερίας, εκδ. Παπαζήση, 1971. Πρωτογράφτηκε το 1952).


[i] Κ. Τζιαμπάζη: Τα αποκαλυπτήρια ενός μύθοιυ. Λευκωσία 2005, σελ. 65.
[ii] Απόφαση του Πολιτικού Γραφείου του ΑΚΕΛ ημ. 26/1/1965
[iii] Θέμος Δημητρίου και Σωτήρης Βλάχος: Προδομένη Εξέγερση. Λευκωσία 2007.
[iv] Νίκος Κρανιδιώτης: Ανοχύρωτη Πολιτεία, Κύπρος 1960-1974. Αθήνα τόμος Α’, σελ. 551.
[v] Κ. Τζιαμπάζη: Για τη μορφή του κυπριακού κράτους. Εκδόσεις ΣΑΚΚΑΣ, σελ. 82. Στην τουρκική: Kıbrıs Devleti Üzerine, Galeri Kültür Yayınları, sayfa 75.
[vi] Παντελής Τερλεξής: Διπλωματία και πολιτική του κυπριακού, ανατομία ενός λάθους. Εκδόσεις ΡΑΠΠΑ, Αθήνα 1971, σελίδα 54.
[vii] Στην εξέγερση του Χαλίλ που έγινε στις 27/7/1765 , όπως και σε εκείνη του Γιούρ-Ιμάμη το 1833 συμμετείχαν χριστιανοί και μουσουλμάνοι. Τότε ο αρχιεπίσκοπος ευλόγησε τα όπλα των γενίτσαρων και καταδίκασε τη στάση του Ιμάμη.
[viii] Α. Δημητρίου: Πενήντα χρόνια Κυπριακής Δημοκρατίας: Διδάγματα – προκλήσεις – προοπτικές. Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ ημ. 1/1/2011.
[ix] Len Haste: Πως κατασκευάζεται ο Πολίτης. Στο βιβλίο Πολιτική Ψυχολογία, εκδόσεις Δαρδάνος, επιμέλεια Δ. Μαρκουλής και Μ. Δικαίου. Αθήνα 2005, σελ. 237-280
[x] Claude Levi-Strauss:Φυλή και ιστορία. Στο βιβλίο: Ο φόβος της Ελευθερίας, εκδόσεις Παπαζήση 1971, σελ. 211. Το άρθρο πρωτοδημοσιεύθηκε το 1952.

Δεν υπάρχουν σχόλια: