13 Ιαν 2011

Σκέψεις πάνω στο άρθρο του Υπουργού Παιδείας

Ποτέ μέχρι σήμερα δεν είχαμε συνηθίσει να ακούμε υπουργούς Παιδείας να εκφέρουν τέτοιο ορθολογιστικό λόγο. Οι περισσότεροι αναλώνονταν στην εξύμνηση του στο ηρωικού παρελθόντος, και στα «δεν αποδεχόμαστε», δημιουργώντας στη συνείδηση των πολιτών την απόρριψη και όχι το δημιουργικό προβληματισμό για τα δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίζει η κυπριακή κοινωνία. Ο υπ. Παιδείας κ. Α. Δημητρίου
σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στον ΠΟΛΙΤΗ ημ. 1/1/2011, προσεγγίζει το κυπριακό από μια νέα για τα κυπριακά δεδομένα σκοπιά. Ο κ. Α. Δημητρίου κατηγοριοποιεί την ιστορική πορεία της Κυπριακής Δημοκρατίας σε δυο μεγάλες περιόδους: την προ και μετά την ανεξαρτησία περίοδο και την μετά τα γεγονότα του 1974 και την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε ένα άρθρο δεν είναι δυνατόν κάποιος να αναλύσει με λεπτομέρεια τις πολλαπλές και πολυσύνθετες σχέσεις που διαμόρφωσαν το περιβάλλον κάθε δεδομένης περιόδου. Όμως ο κ. Α. Δημητρίου τοποθετείται πάνω στα πιο σοβαρά ζητήματα που άλλαξαν την πορεία της κυπριακής κοινωνίας. Αναφερόμενος στον αντιαποικιακό αγώνα και με τα διχαστικά συνθήματα που είχαν επικρατήσει υπογραμμίζει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραμάτισαν μετά την ανεξαρτησία στη «συντήρηση και την αναπαραγωγή των ιδεολογιών και οραμάτων που οδηγούσαν την προ της ανεξαρτησίας δραστηριότητα». Πολύ ορθά υπογραμμίζει, ότι «οι συνθήκες αυτές δεν επέτρεψαν μια ανεμπόδιστη ή ομαλή μετάβαση σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία δυτικού τύπου». Βέβαια αυτό το γεγονός, δεν είναι μόνο χαρακτηριστικό για την Κύπρο για όλες τις πρώην αποικιακές χώρες που ανέκτησαν την ανεξαρτησία τους στη δεκαετία του 1960. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε, ότι ο εθνικισμός ήταν το φαινόμενο της δεκαετίας του 1950, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, επηρέασε ουσιαστικά την ανάπτυξη του παγκόσμια. Το όραμα του ανεξάρτητου κράτους, οι προοπτικές για κοινωνικές και άλλες αλλαγές προσδιόριζαν την γενικότερη αποδοχή του εθνικισμού. Τότε κανένας δεν μιλούσε για παθολογικό εθνικισμό, αλλά προσδιοριζόταν ως φαινόμενο αντίστασης και αγώνα για την εγκαθίδρυση εθνικού κράτους.
Οι πολιτικοί που ηγήθηκαν των λαών στον αγώνα για ανεξαρτησία, ήταν υποχρεωμένοι να κατασκευάσουν μια ελκυστική ταυτότητα των πολιτών, ανακατασκευάζοντας την ιστορία από το παρελθόν τους. Το δικό τους παρελθόν όμως, ήταν το πιο πρόσφατο, ήταν η συμμετοχή τους στον αντιαποικιακό αγώνα, ήταν η δική τους ιστορία. Τους ήταν αδιανόητο να αντιγράψουν ή να προστρέξουν σε οτιδήποτε άλλο και ιδιαίτερα στο διαφωτισμό, ο οποίος αποτελούσε την ιστορική κληρονομιά των αποικιακών δυνάμεων. Αυτό, βέβαια, δεν βοήθησε να αναπτυχθεί η δημοκρατία και να αναδειχθούν οι διαχρονικές αξίες του διαφωτισμού, με αποτέλεσμα, το ασταθές και μεταβατικό καθεστώς να διατηρήσει μέχρι τις μέρες μας αρκετά στοιχεία του οθωμανικού παρελθόντος. Η πρώτη περίοδος καταλήγει με καταστροφή, υποστηρίζει ο κ. Υπουργός χωρίς βέβαια να υπεισέρχεται στην ανάλυση του θέματος, που είναι αντικείμενο έρευνας των ιστορικών. Θεωρώ ότι έχει απόλυτο δίκιο, με την έννοια, ότι οι πολίτες της χώρας μας θα ανασκοπήσουν το παρελθόν και θα αποδώσουν ευθύνες σε κόμματα, ηγέτες και προσωπικότητες που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην καταστροφή του 1974.
Στο δεύτερο μέρος του άρθρου ο κ. Α. Δημητρίου αναφέρεται στις επιτυχίες αλλά και τις προκλήσεις και προοπτικές που διανοίγονται με την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δεν θα αναφερθώ στις οικονομικές επιτυχίες που απαριθμεί ο κ. υπουργός, αλλά θα παραμείνω σε δυο αναφορές που αξίζουν τον κόπο να προβληματίσουν τους πολίτες, πολύ περισσότερο τους πολιτικούς ηγέτες: πρώτο, ότι «η δική μας ευθύνη βρίσκεται στο γεγονός, ότι δεν επιχειρήσαμε καν, για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, τη δημιουργία πολιτικού πλαισίου που να καθιστά πολιτικά υποχρεωτική την απόσυρση της Τουρκίας από την Κύπρο, ειδικά σήμερα που όλοι οι παίκτες επηρεάζονται, από τον ένα ή τον άλλο τρόπο, από την πραγματικότητα της Ε.Ε». Μ’ αυτό ο κ. Α. Δημητρίου, θέλει να υπογραμμίσει, ότι δεν πρέπει να καλλιεργούνται εχθρικά συναισθήματα και εκφορά πολιτικού λόγου περί «εχθρών» στην ΕΕ. Το πρόβλημα είναι να μετατραπεί ο φόβος, σε πρόκληση και να προσδιοριστεί το μέλλον με ακρίβεια, έτσι όπως γράφει ο κ. Α. Δημητρίου ότι: «η κοινωνική συνοχή που υπάρχει εντός της καθεμιάς από τις κοινότητες να μετατραπεί σε συνοχή η οποία δεν θα περιορίζεται από διαχωριστικές γραμμές και όρια μεταξύ των κοινοτήτων στο έδαφος, τους θεσμούς αλλά προπάντων στο νου και στις ψυχές των ανθρώπων».
Δεύτερο, προς το παρόν τέτοια αντιμετώπιση των θεμάτων δεν υπάρχει από τους πολιτικούς είτε αυτοί είναι ηγετικά στελέχη κομμάτων είτε του κράτους, παραμένει ένα όραμα που οι πολιτικοί αδυνατούν να συλλάβουν. Απουσιάζει η αντίληψη της δημιουργικότητας, της προοπτικής, γι’ αυτό και ακούμε επανάληψη στερεοτυπικών εκφράσεων από τα χείλη των πολιτικών, όπως «επώδυνων» και «οδυνηρών λύσεων», ή στην «επιβίωση του κυπριακού ελληνισμού» που χαρακτηρίζουν την επιδιωκόμενη λύση. Δεν αναφέρομαι στο ευρωπαϊκό όραμα που απουσιάζει ακόμα από τη σκέψη και τον προβληματισμό των πολιτικών και της κυπριακής κοινωνίας. Θα διαφωνήσω με τον κ. Α. Δημητρίου ότι «αυτή η κοινωνία μετέχει στο γίγνεσθαι της Ευρώπης και της περιοχής μας ως εποικοδομητικός εταίρος που απασχολεί τους άλλους με τη συμβολή της στη λύση των προβλημάτων που έχουν και όχι με τα δικά της προβλήματα». Είμαστε εταίροι, αλλά όχι όμως και συνεταίροι στη λύση πανευρωπαϊκής εμβέλειας προβλημάτων. Θεωρώ ότι οι πολιτικοί και της μιας και της άλλης κοινότητας αργούν πολύ να φθάσουν σ’ αυτό το γνωστικό επίπεδο και να προσφέρουν ως κυπριακή κοινωνία το ελάχιστο στη δημιουργία και υλοποίηση ευρωπαϊκών οραμάτων.

Κυριάκος Τζιαμπάζης
Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ 12/01/2011

Δεν υπάρχουν σχόλια: