13 Δεκ 2010

Η «πολυθρονοποίηση» των πολιτών

Από που προέρχονται και ποιες είναι οι ρίζες της πολιτικής απάθειας των πολιτών; Έχει σχέση με το χαρακτήρα του κάθε ξεχωριστού πολίτη ή η κοινωνία διαμορφώνει τέτοιο χαρακτήρα στους πολίτες της; Υπάρχουν σωρεία ερωτημάτων και διαφορετικών απαντήσεων. Οι πολιτικοί δίνουν τις δικές τους εκδοχές, οι ψυχολόγοι επίσης, όπως και οι πολίτες τις δικές τους απαντήσεις. Οι πολιτικοί, αποδίδουν την πολιτική απάθεια στην «εφημεριδοποίησης» της πολιτικής δηλαδή οι πολιτικοί δεν έχουν καμιά ευθύνη, αυτή ανήκει στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης! Είναι αλήθεια, ότι τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, λένε και γράφουν ότι θέλουν, εκτός από εκείνα που πρέπει να μάθει ο πολίτης. Δίνουν το βάρος της παρουσίασης γεγονότων που σχετίζονται με τις ατάκες των πολιτικών, το έγκλημα, και τις αντιπαραθέσεις των ανθρώπων της show biz. Οι πολιτικοί όμως δεν είναι άμοιροι ευθυνών, συμμετέχουν και οι ίδιοι σ’ αυτό το πολιτικό παιχνίδι. Κατευθύνουν και κατευθύνονται σε μια σχέση που η μια πλευρά πλένει τα χέρια της άλλης και μαζί πορεύονται σ’ αυτό που οραματίζονται: εξουσία, δόξα, χρήμα.
Η οικονομική κρίση είναι ένας άλλος παράγοντας που αναγκάζει τους πολίτες στην απάθεια. Θεωρούν ότι οι πολιτικοί τους εμπαίζουν και ότι ενδιαφέρονται μόνο για τα δικά τους συμφέροντα. Τα οικονομικά σκάνδαλα, οι μίζες, οι απολαβές αλλά και οι ασύλληπτες σε μέγεθος συντάξεις των πολιτικών, δημιουργούν τάσεις για πολιτική αδιαφορία των πολιτών. Είναι δύσκολο να ισχυριστεί κάποιος με βεβαιότητα ποιο από όλα είναι το κυρίαρχο. Το θέμα όμως, είναι ότι η απάθεια είναι εκεί, ότι η πολιτεία και οι κοινωνικοί φορείς θα πρέπει να δώσουν τη δική τους ερμηνεία. Η H. Arendt, στο βιβλίο της «Η ανθρώπινη κατάσταση» γράφει, ότι «η αδιαφορία για τον κόσμο είναι δυνατή, ως πολιτικό φαινόμενο μόνο αν στηριχθεί στην υπόθεση ότι ο κόσμος δεν θα διαρκέσει –αν όμως υποτεθεί αυτό, είναι σχεδόν αναπόφευκτο, ότι η αδιαφορία για τον κόσμο με τη μια ή την άλλη μορφή, θα αρχίσει να κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή. Αυτό συνέβη μετά την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και φαίνεται να συμβαίνει πάλι στις μέρες μας, μολονότι για εντελώς διαφορετικούς λόγους και με πολύ διαφορετικές ίσως ακόμη πιο δυσάρεστες μορφές». Είναι μήπως τυχαία η φράση που διατυπώθηκε από τα χείλη του Προέδρου «αν υπάρχει Κυπριακή Δημοκρατία» ως τότε, ή εκφράζει την ουσία όσων γράφει η Arendt στο βιβλίο της;
Οι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας για 46 χρόνια ακούνε τα ίδια συνθήματα, σχεδόν από τα ίδια πρόσωπα ή από τους κληρονομικούς κλώνους τους, πολιτικούς ή/και φυσικούς, να επαναλαμβάνονται τα ίδια λόγια: «επιβίωση της κυπριακής Δημοκρατίας» αλλά και κατά διαστήματα την διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας δια της «ενώσεως μετά της μητρός Πατρίδος». Πως όμως θα επιβιώσει η Κυπριακή Δημοκρατία και πως αυτό κατορθώνεται; Μέχρι σήμερα η κίνηση προς επιβίωση του κυπριακού κράτους δεν είναι προς τα μπρος, αλλά προχωρεί με την όπισθεν. Γι’ αυτό και νομιμοποιείται το ερώτημα του Τ. Χατζηδημητρίου: «Πως μπορεί να έγιναν όλα σωστά, οι πολιτικοί ηγέτες να είναι μεγάλοι και η πατρίδα μας να βρίσκεται σε τόσο βαθιά κρίση, σε βαθμό που να τίθεται σε αμφιβολία το ίδιο το μέλλον της»; Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα δεν θα δοθεί ποτέ από τους πολιτικούς της χώρας μας.
Η επιβίωση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η επιβίωση του Κυπριακού Ελληνισμού, στις σημερινές συνθήκες συναντώνται και ταυτοποιούνται, επειδή και οι δυο πολιτικές τάσεις επιδιώκουν τον ίδιο περίπου στόχο: οι πρώτοι, την κυριαρχία της ελληνοκυπριακής κοινότητας στο νέο Κυπριακό ομοσπονδιακό κράτος και οι δεύτεροι, τη φυλετική καθαρότητα του ελληνοκυπριακής Κυπριακής Δημοκρατίας. Θα έλεγα ότι και οι μεν και οι δε, αυτό που επιδιώκουν είναι την υλοποίηση των αλυτρωτικών οραμάτων με άλλες πιο σύγχρονες μορφές. Γι’ αυτό και παρατηρούνται όλες αυτές οι αντιφάσεις στην πολιτική σκηνή, οι διφορούμενες απαντήσεις και οι αποσιωπήσεις ουσιαστικών θεμάτων που αφορούν το πολιτικό πρόβλημα. Αυτές οι αλληλοσυγκρουόμενες αντιφάσεις και τοποθετήσεις οδηγούν τους πολίτες στην απάθεια, στην «πολυθρονοποίηση», αδιαφορώντας για όλα όσα συμβαίνουν στον πολιτικό περίγυρο, επειδή αντιλαμβάνονται τον εμπαιγμό και το αδύνατο του ρόλου που δύνανται να διαδραματίσουν. Η οικονομική κρίση δημιούργησε επιπρόσθετες δυσκολίες και ψυχολογικά άγχη στους πολίτες, ειδικά μέσα στη νεολαία, που βιώνει αυτή την κρίση με την έλλειψη επαγγελματικής προοπτικής. Η εμφάνιση ακραίων εθνικιστικών και ρατσιστικών ομάδων, η ανοχή ή/και η αποδοχή τέτοιων αντιλήψεων από την κοινωνία, είναι αποτέλεσμα των σύνθετων προβλημάτων που αντιμετωπίζει το κοινωνικό σύνολο, αλλά και η αδυναμία των πολιτικών να δώσουν άμεσες, αποτελεσματικές θεραπευτικές λύσεις.
Η κυπριακή κοινωνία (εννοώ και τις δυο κοινότητες) θα μπορούσε να υπερβεί τα οικονομικά και άλλα προβλήματα που σήμερα αντιμετωπίζει αν οι ηγέτες της μπορούσαν να αφήσουν κατά μέρος τα στενά συμφέροντα που εκφράζονται με τη μονοκοινοτική διαχείριση της εξουσίας και να δημιουργούσαν όραμα αλλά και προοπτικές λύσης του κυπριακού προβλήματος, πέραν του έθνους. Η επίλυση του κυπριακού θα δημιουργούσε νέες προοπτικές, οικονομικές, πολιτιστικές, ψυχολογικές και πολιτικές. Οι ρατσιστές και οι εθνικιστές που σήμερα σηκώνουν τα λάβαρα των «μητέρων πατρίδων» θα βρίσκονταν στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Δυστυχώς η κυπριακή κοινωνία (και στις δυο κοινότητες) υποφέρει από έλλειψη ηγεσίας, η οποία θα μπορούσε να την ανεβάσει σε άλλα επίπεδα σκέψης, προβληματισμού και συμπεριφοράς έναντι αλλήλων.

Κυριάκος Τζιαμπάζης
Εφημερίδα ΠΟΛΙΤΗΣ 16/12/2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: