25 Ιουν 2015

Παρουσίαση του βιβλίου του ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΖΙΑΜΠΑΖΗ με τίτλο " ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ Αλλά πώς;"

ΚΕΝΤΡΟ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑΣ ΡΙΤΑ ΣΕΒΕΡΗ





ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ κ. ΤΑΚΗ ΧΑΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

Ο Κυριάκος Τζιαμπάζης είναι ένα ξεχωριστό είδος ανθρώπου. Ανήκει στη γενιά της Ανεξαρτησίας και έζησε μοναδικές εμπειρίες σε  μεγάλες ώρες της πατρίδας μας, της αριστερής ιδεολογίας και των διεθνών εξελίξεων. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν κράτησε για τον εαυτό  του. Όλα όσα γνώρισε θέλησε να τα κάνει, ως συνειδητός πολίτης, επιστήμονας αλλά και άνθρωπος της δράσης, κοινό κτήμα.
 Επίκεντρο της ζωής του, της πνευματικής, επιστημονικής και κοινωνικής του συγκρότησης η  Κύπρος. Ξεκινά από τη  σημερινή τραγική κατάσταση και αναζητά τις αιτίες . Δε μένει σε αυτές, αναζητά την ειρήνη, μια μελλοντική πορεία που να οδηγήσει σε ευτυχέστερες καταστάσεις. Κι αυτό τον κάνει να διαφέρει από άλλους συγγράφεις, μελετητές ή σχολιαστές της σύγχρονης, ταραγμένης Κυπριακής ιστορίας. Δεν αντιμετωπίζει το μέλλον ως μια συνέχεια της καταστροφής, αλλά ως μια νέα αρχή, όπου θα υπάρχει πιο ισορροπημένη κοινωνική και πολιτική συγκρότηση. Γι’ αυτό και πολύπλευρη.
Αν ξεχωρίζει σε κάτι το βιβλίο που  έχουμε σήμερα μπροστά μας, «Ρύθμιση του Κυπριακού. Αλλά πώς;»  οφείλεται στο ότι αποτελεί αποκρυστάλλωση με ξεκάθαρες έννοιες για το μέλλον βγαλμένες όχι μόνο μέσα από την μελέτη και τη γνώση της ιστορίας αλλά και, σπάνιο για επιστήμονα, από την επαφή και το διάλογο που είχε με τους απλούς ανθρώπους. Η παρουσία του στο δημόσιο διάλογο είναι καθημερινή. Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε πρόβλημα, θα βγει με τη δική του άποψη, με τη δική του τοποθέτηση κι αυτό χωρίς προσχήματα και υπεκφυγές.
Άρθρα, βιβλία , εκπομπές, διαλέξεις, μια ζωντανή παρουσία που μας θέτει αντιμέτωπους με τα φλέγοντα προβλήματα. Βγάζει ο ίδιος βιβλία, αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για συλλογικές εκδόσεις, όπως εκείνο για «Την άλλη Αριστερά», γραφεί για άλλους, όπως για τους δημοσιογράφους Χρίστο Κατσαμπά και Λύσανδρο Τσιμίλλη.
Κι όλα αυτά δεν αποτελούν επίδειξη γνώσεων . Αντίθετα πηγάζουν μέσα από τα καθημερινά προβλήματα της κοινωνίας μας. Είναι ένας συγγραφέας που πηγάζει μέσα από την κυπριακή εμπειρία και όλα τείνουν προς μια κατεύθυνση: Την αυτογνωσία, την αναγνώριση της κυπριακής πραγματικότητας, την ανάδειξη θετικής πορείας, πέραν από ακροβατισμούς, κλαυθμυρισμούς και  θυματοποιήσεις.
Αναζήτησε και κάτι άλλο: Την αλήθεια πέρα από τους μύθους, τις φαντασιώσεις και τη δημαγωγία. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Έζησε πολλά και γνώρισε πολλά. Και πάνω από όλα είχε μια ξύπνια συνείδηση και ένα ανήσυχο πνεύμα. Θα μπορούσε να προσαρμοστεί. Να υπηρετήσει καταστάσεις, να αναδειχθεί και να έχει εύκολη ζωή. Δεν ήταν η επιλογή του. Έζησε σε αρμονία με την πνευματική του συγκρότηση και σε δυσαρμονία με την υποκρισία που μας περιέβαλε και που οδήγησε τον τόπο στη  συμφορά, και, στη συνέχεια στη  μεγιστοποίηση της καταστροφής με τη διαιώνιση της κατοχής. Εξανίσταται. Γνωρίζει καλά το τι έγινε. Γνωρίζει τους ανθρώπους. Γνωρίζει την κομματική ζωή και γνωρίζει την καπηλεία ιδεών και συνθημάτων.  
Χωριό του Κυριάκουείναι η Αφάνεια, μικτό χωριό μεταξύ Λευκωσίας και Αμμοχώστου, μικρογραφία του κυπριακού προβλήματος. Έζησε τα πάντα από την παιδική του ηλικία. Την έννοια της πάλης για ζωή, το όραμα για έναν καλύτερο κόσμο, τη συμβίωσή με τους Τουρκοκύπριους αλλά και τη σύγκρουση . Την εμφύλια διαμάχη του 1964 με τις αγριότητες και το διαχωρισμό Γνώρισε ακόμη το σύγχρονο κόσμο . Υπότροφος του ΑΚΕΛ σπούδασε στο Κίεβο και στη Μόσχα.  Σήμερα το χωριό του, με τις αρχαίες του εκκλησίες, βρίσκεται στα κατεχόμενα από το τουρκικό στρατό εδάφη. Όλ’ αυτά τον έκαναν να τα ζήσει όλα, να δει και να καταλάβει πολλά.
Το βιβλίο του «Ρύθμιση του Κυπριακού. Αλλά πώς;» είναι ένα χρήσιμο βιβλίο που βγήκε στην πιο κατάλληλη ώρα. Και πρώτα ο τίτλος. Δε μας λέγει η λύση του Κυπριακού, γιατί δεν υπάρχει λύση. Αν υπάρχει κάτι που πρέπει να γίνει είναι η υπέρβαση της σημερινής πραγματικότητας. Για να γίνει τούτο κατορθωτό δε θα συμβεί ούτε με αφορισμούς ούτε με απόλυτες έννοιες ή άλλες δοξασίες, αλλά με ρυθμιστικές δράσεις που θα βάζουν σε νέα τροχιά τη ζωή της Κύπρου. Έχει την έγνοια των πολιτών που για τόσα χρονιά τροφοδοτούνται με προπαγάνδα και συνθήματα. Ανησυχεί με τις ακραίες τοποθετήσεις, τις κόκκινες γραμμές και τις απορρίψεις. Στη σκέψη του προέχει η λογική της αναζήτησης εκείνων των συνεργασιών που θα μας οδηγήσουν στη νέα εποχή. Προχωρεί με μια άλλη λογική, αυτή της γνώσης. Η ρύθμιση προϋποθέτει κατάρτιση. Γι’ αυτό δε στρέφεται μόνο προς τους αρνητές της όποιας ρύθμισης, αλλά και προς εκείνους που θέλουν τη ρύθμιση, αλλά που δεν μπορούν να απαντήσουν στους ανθρώπους και στα ερωτήματά τους. Θεωρεί λογικά τα ερωτήματα και τις αμφιβολίες των ανθρώπων γιατί μέσα στα πλαίσια της αυριανής Κύπρου θα έχουμε μια άλλη πραγματικότητα, διαφορετική κρατική δομή, νέες πιο πολύπλοκες διαδικασίες και πιο εκτεταμένη διασπορά εξουσίας.
Με το βιβλίο του μας παίρνει από το χέρι για να μας μιλήσει για πολύπλοκα συνταγματικά ζητήματα, που στο τέλος μας γίνονται απλά και κατανοητά γιατί τα λέγει με ειλικρίνεια, γνώση και σαφήνεια. Μας περιοδεύει στην ιστορία τη δική μας αλλά και του κόσμου  και μας βοηθά να κατανοήσουμε όρους όπως αυτόν της διζωνικής ομοσπονδίας. Μας ανοίγει ακόμη ένα παράθυρο για να αντιληφθούμε την ανανέωση που μπορεί να φέρει  η ομοσπονδία που θα επανενώσει την κοινωνία. Υποστηρίζει ότι θα μας συμφιλιώσει με το παρελθόν και θα μας οδηγήσει σε ένα ειρηνικό μέλλον μέσα στο νέο υπό διαμόρφωση και συνεχή εξέλιξη κόσμο. Προϋπόθεση ο παραμερισμός των μύθων , η οριστική εγκατάλειψη της δοξασίας του αλυτρωτισμού, η αντιμετώπιση του δέλεαρ της αδράνειας και της βολής που το στάτους κβο νομίζουμε ότι προσφέρει. Η ομοσπονδία, μας λέγει ο Κυριάκος, δεν είναι η οδυνηρή λύση αλλά η αλλαγή που θα ενισχύσει τη δημοκρατία και θα μεταβάλει το σύστημα από σύμπραξη κοινοτήτων σε ομοσπονδία πολιτών. Με την αναγκαία πολιτική βούληση που σήμερα μας χρειάζεται όσο ποτέ, με σεβασμό προς τις κοινές αξίες για όλους τους Κυπρίους και με τους αμοιβαίους συμβιβασμούς μπορούμε, μας λέγει ο Κυριάκος, να κάνουμε μια νέα αρχή.

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ κ. ΜΙΧΑΛΗ ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ

Η λύση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας υιοθετήθηκε ως επιδιωκόμενη μορφή λύσης για το Κυπριακό εδώ και 38 ολόκληρα χρόνια. Υιοθετήθηκε ως τέτοια από τα κυριότερα ψηφίσματα του ΟΗΕ και άλλων διεθνών οργανισμών, από όλους τους ενδιαφερόμενους, περιλαμβανομένης και της Τουρκίας και αποτέλεσε την κεντρική γραμμή όλων των προσπαθειών για λύση του Κυπριακού. Έχοντας υιοθετηθεί (σε μερικές περιπτώσεις στα λόγια) από όλες τις κυπριακές και ελληνικές κυβερνήσεις, ουσιαστικά μετατράπηκε σε ένα αυτονόητο, σε μια προϋπόθεση για επανένωση της Κύπρου.
 Όταν, όμως, από κάποιες πολιτικές δυνάμεις άρχισε συστηματικός πόλεμος αποδόμησης της Δ.Δ.Ο, εμφανίστηκε επείγουσα η ανάγκη ξεδιπλώματος συγκεκριμένων, πειστικών επιχειρημάτων για υπεράσπιση αυτής της προτεινόμενης πολιτειακής δομής. Θα ανέμενε κάποιος πως το κύριο βάρος φυσιολογικά θα αναλάμβαναν τα δύο μεγάλα κόμματα της Κύπρου, που ξεκάθαρα υιοθετούν και υπερασπίζονται αυτή την δομή. Δυστυχώς, οι διακηρύξεις τόσο από το ΑΚΕΛ επί προεδρίας Χριστόφια, όσο και από τον ΔΗΣΥ, επί προεδρίας Αναστασιάδη, δεν παρουσίασαν κάτι το συγκεκριμένο. Έμειναν, σε μεγάλο βαθμό, στην διακήρυξη προθέσεων. Το χειρότερο είναι ότι το Υπουργείο Παιδείας, τόσο επί Χριστόφια, όσο και επί Αναστασιάδη δεν έκανε εκείνες τις τομές, για να σταματήσουν την εθνικιστική πλύση εγκεφάλου της νεολαίας και να υπερασπιστούν την ομοσπονδιακή λύση.
 Αυτό το τεράστιο κενό επιχειρεί σήμερα να καλύψει το βιβλίο του Κυριάκου Τζιαμπάζη «Ρύθμιση του Κυπριακού. Αλλά πως;»  Με συγκεκριμένα επιχειρήματα ο συγγραφέας αναλύει τις βασικές αιτιάσεις των αντιπάλων της ομοσπονδιακής λύσης, φανερών ή συγκαλυμμένων, και με συγκεκριμένα πειστικά επιχειρήματα τις αποδομεί, θέτοντας τα ζητήματα στις πραγματικές τους διαστάσεις.
 Ένα μεγάλο μπράβο αξίζει στον συγγραφέα. Το βιβλίο του οπλίζει με επιχειρήματα τον αγώνα για λύση και λευτεριά της πατρίδας μας. Μακάρι και άλλοι να ακολουθήσουν το παράδειγμα του.

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ κ. ΝΙΚΟΥ ΤΟΡΝΑΡΙΤΗ

Αγαπητοί φίλες, φίλοι
Ο Κυριάκος Τζιαμπάζης είναι ένας συνεπής μελετητής του Κυπριακού.
Στο νέο βιβλίο του, ο συγγραφέας καταπιάνεται με μια σειρά από πτυχές του Κυπριακού.
Το κάνει με τη συμπυκνωμένη γνώση που διαθέτει, την οποία εστιάζει στην πολύ επίκαιρη σήμερα – αλλά αργοπορημένη για τρεις και πλέον δεκαετίες – συζήτηση για τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία.
Μέσα από τις γραμμές του νέου βιβλίου του, ο Κυριάκος Τζιαμπάζης μας δίνει την ευκαιρία να προβληματιστούμε και να κάνουμε τις δικές μας αξιολογήσεις και αναλύσεις πάνω σε πολιτικές και νομικές έννοιες: Διζωνικότητα, Δικοινοτικότητα, Πολιτική Ισότητα.
Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί η Ομοσπονδία μπορεί να μην έγινε μέρος της διδασκαλίας στο σχολείο, αλλά η ορμή που αποκτά το Κυπριακό, την τοποθετεί πρώτη στην ημερήσια διάταξη της δημόσιας συζήτησης.
Και το βιβλίο του Κυριάκου Τζιαμπάζη μπορεί άνετα να περιληφθεί στα βοηθήματα για καλύτερη γνώση των πολιτών και τεκμηρίωση επιχειρημάτων. Γιατί ο Τζιαμπάζης κάνει χρήση ενός κατανοητού πολιτικού λόγου και κτίζει πάνω στις νομικές έννοιες, ως άνθρωπος με λογική, με πολιτική παιδεία.
Με αυτό τον τρόπο πιστεύω πρέπει να κάνουμε τον δημόσιο διάλογο.
Με απλότητα, με λογική, με επιχειρήματα.
Όχι με συνθήματα και ατάκες στηριγμένες σε νομικίστικες επινοήσεις εξάλλου το Κυπριακό δεν είναι νομικό πρόβλημα!
Αγαπητοί φίλες και φίλοι,
Σήμερα αισθάνομαι ότι υπάρχει μια ποιοτική διαφορά σε σχέση με το παρελθόν.
Σήμερα υπάρχει μια μεγάλη πλειοψηφία Κυπρίων, που αναζητεί τον ποιοτικό δημοκρατικό διάλογο για το μέλλον τους.
Οι πολίτες μας δεν αγνοούν τις δυσκολίες.
Γνωρίζουν ότι υπάρχουν διαφορές και ότι θα τις βρούμε μπροστά μας.
Όμως υπάρχει μια ισχυρή θετική πολιτική συγκυρία, που διαμορφώθηκε αναπάντεχα θα έλεγα, και χρειάζεται να την αξιοποιήσουμε.
Είναι η πρώτη φορά που πάει να σπάσει η αίσθηση ότι το Κυπριακό είναι ένα άλυτο πρόβλημα.
Σπάζει η μοιρολατρία και η παραίτηση.
Αυτό οφείλεται κατά την άποψή μου σε πολλούς παράγοντες:
Ο πρώτος είναι η διεθνής πραγματικότητα.
Οι συνθήκες στην περιοχή μας και οι εξελίξεις μέσα στην ίδια μας την πατρίδα επιβάλλουν να ξανασκεφτούμε και να δούμε από την αρχή κάποια πράγματα. Οι απαντήσεις που συνηθίζαμε να δίνουμε σε όλα τα ερωτήματα δεν αρκούν πια.
Για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να μην βλέπουμε τι συμβαίνει στον περίγυρό μας – αστάθεια, φανατισμός, τζιχαντισμός και να εφησυχάζουμε. Θέλουμε ασφάλεια, σταθερότητα, τέρμα στις περιπέτειες. Η θάλασσα στα ανατολικά μας, ουσιαστικά χωρίζει δύο κόσμους: την ευρωπαϊκή ζώνη σταθερότητας, με το χάος της Μέσης Ανατολής. Αυτό θα γίνει μόνο με την επίλυση του Κυπριακού, και μόνο, σε συνθήκες επίλυσης, αν δημιουργήσουμε συνθήκες συνεργασίας με την Τουρκία.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η οικονομία. Θα ήταν ουτοπία να μην αντιλαμβανόμαστε πόσο διαφορετικές θα είναι οι προοπτικές για την ανάπτυξη, αν επιλυθεί το Κυπριακό. Για μένα είναι σαφές ότι τα ενεργειακά σχέδια και προγράμματα της Κύπρου θα αποκτήσουν πλήρες περιεχόμενο, με όρους οικονομικής βιωσιμότητας, μόνο όταν παραμεριστούν τα εμπόδια και πολλαπλασιαστούν οι επιλογές για τη δίοδο των αγωγών.
Ένα τρίτο παράδειγμα είναι το ίδιο το Κυπριακό. Δεν αρκεί πια να λέμε «φταίει η τουρκική αδιαλλαξία» και να ξοφλάμε. Τα ίδια τα γεγονότα ζητούν από εμάς βαθύτερη σκέψη.
Πιστεύω ότι το τελευταίο διάστημα έχουν συμπέσει πολλοί παράγοντες που αλλάζουν τα δεδομένα.
Αποτελούν σημαντική συγκυρία που μας καλεί να την αξιοποιήσουμε.
Ταυτόχρονα όμως, καλούμαστε να αντικρίσουμε διλήμματα.
Μόνο όσοι θέλουν να στρουθοκαμηλίζουν δεν βλέπουν ότι η αποτυχία επίλυσης του Κυπριακού και αυτή τη φορά, θα αλλάξει ριζικά το σκηνικό: Δεν θα ξανασυνομιλήσουμε με τους Τουρκοκυπρίους, αλλά με τους εποίκους. Δεν θα ξαναμιλήσουμε για επιστροφή εδαφών, αλλά για νομιμοποίηση της διαχωριστικής γραμμής, που θα πασκίζουμε να την κάνουμε εμείς ένα «τείχος», για να περιορίσουμε την εισβολή εποίκων και μεταναστών στον Νότο. Δεν θα μιλάμε για τέσσερις ελευθερίες και δικαιώματα στον Βορρά, αλλά για την ανάγκη απλής επιβίωσής μας στον Νότο.
Αγαπητοί φίλες και φίλοι,
Είναι αλήθεια ότι το πρώτο ισχυρό σήμα ότι «κάτι πρέπει να αλλάξει» σε αυτό τον τόπο, ήρθε από τους Τουρκοκυπρίους.
Κάνουν λάθος όσοι υποτιμούν την εκλογή Ακκιντζί στην ηγεσία των Τουρκοκυπρίων.
Κατά την άποψή μου, η ηγεσία των Τουρκοκυπρίων διαθέτει μια σχετική αυτονομία που επιτρέπει να υπάρξουν σοβαρές συνεννοήσεις στις διαπραγματεύσεις. Ορισμένα αξιοσημείωτα στοιχεία ήδη φαίνονται.
Ας βάλουμε τα πράγματα κάτω, χωρίς υπερβολές, αλλά και χωρίς παρωπίδες:
1.     Ο Μουσταφά Ακκιντζί είναι ένας γνήσιος Κύπριος, συνεπής για μιαν ολόκληρη ζωή στο όραμα για μιαν ενωμένη πατρίδα, χώρα ειρήνης και ευημερίας για όλους τους κατοίκους της. Δεν είναι μόνο θέμα «θέσεων». Έχει βιώσει με αξιέπαινη συνέπεια το όραμα. Να ξέρουμε όμως, ότι ο Ακιντζί είναι Τουρκοκύπριος πολιτικός και θα υπερασπιστεί, ίσως με μεγαλύτερη επάρκεια τα συμφέροντα της Κοινότητάς του, από ότι ένας Ντενκτάς ή ένας Έρογλου. Οι διαπραγματεύσεις γίνονται κάτω από το βλέμμα όλου του κόσμου.
2.     Συνηθίσαμε να βολευόμαστε στη θέση ότι «το κλειδί του Κυπριακού είναι στην Άγκυρα». Ναι, η εισβολή και η κατοχή είναι εκεί, η αδιαλλαξία της Τουρκίας κόστισε πολλά αδιέξοδα στο Κυπριακό μέχρι σήμερα. Όμως, όπως στα πάντα στη ζωή μας, έτσι και σε αυτήν την περίπτωση οφείλουμε να βλέπουμε τις διαφοροποιήσεις και να τις αξιοποιούμε. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται σιγά-σιγά στην Κύπρο. Να μην το υποτιμήσουμε. Οι Αναστασιάδης-Ακκιντζίμπορούν να επιτύχουν ψηλά επίπεδα συνεννόησης, ενισχύοντας ο ένας τη θέση του άλλου, για το συμφέρον των Κυπρίων. Αυτό, αν το επιτύχουμε, η Τουρκία δεν θα μπορεί να το αγνοήσει.
3.     Υπάρχει μια σειρά από άλλους παράγοντες που συμβάλλουν θετικά στη σημερινή συγκυρία: Η επιθυμία και τα περιθώρια της Ε.Ε – για πρώτη φορά με δηλωμένη τη βούληση και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας – να συμβάλει αποφασιστικά στη λύση και μετά τη λύση για τη διατήρηση της ειρήνης και σταθερότητας στην Κύπρο. Πιστεύω ότι αυτή η αλλαγή προσέγγισης απέναντι στην ΕΕ, θα επιτρέψει και στους Τουρκοκυπρίους να αντιληφθούν καλύτερα τις δυνατότητες που προσφέρει το περιβάλλον ασφαλείας της ΕΕ, για να απαλλαγούμε από βαρίδια και αναχρονισμούς του παρελθόντος. Αυτό ισχύει τόσο για το σύστημα πολυμερούς ασφάλειας που μπορεί να συμφωνηθεί, όσο και για την εσωτερική ασφάλεια που σχετίζεται με τα δικαιώματα των πολιτών και τις κοινοτικές ελευθερίες.
Αγαπητοί φίλοι, αγαπητέ Κυριάκο Τζιαμπάζη
Οι συνομιλίες που βρίσκονται σε εξέλιξη έχουν ένα χρονικό ορίζοντα μερικών μηνών, όχι χρόνων. Θα είναι σκληρές, επίπονες και θα απαιτήσουν κρίσιμους συμβιβασμούς. Όχι άγνωστους για όσους διαβάζουν από καιρό τα έγγραφα των διαδοχικών διαπραγματεύσεων.
Η βιωσιμότητα της λύσης που θα συμφωνηθεί, συναρτάται ευθέως κατά τη γνώμη μου, από δύο βάσιμους παράγοντες.
Ο ένας σχετίζεται με την υπαγωγή της Ενωμένης Ομοσπονδιακής Κύπρου σε ένα ευρύτερο οργανισμό, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Κύπρος δεν είναι Ουκρανία, να βρίσκεται σε μια μέγκενη δύο κόσμων και αυτό χρειάζεται να ρυθμιστεί με την εγγύηση της ΕΕ και μέσα από μια νέα αμοιβαία σχέση ανάμεσα στην Ευρώπη και την Τουρκία. Θα απαιτηθούν κινήσεις κορυφής και χρειαζόμαστε συντονισμένη δράση και συμμαχίες στο διεθνή χώρο, ιδίως της Δύσης, χωρίς να υποτιμώ και τη θετική στάση της Ρωσίας.
Ο δεύτερος παράγοντας της επιτυχίας της λύσης όμως, είμαστε εμείς οι ίδιοι.
Θέλω να καταπιαστώ με μια πολύ σημαντική επισήμανση στο βιβλίο του Κυριάκου Τζιαμπάζη στη σελίδα 26, στο κεφάλαιο που αναφέρεται στην έννοια της Δικοινοτικότητας.
Ο Τζιαμπάζης εισηγείται ότι «ο δικοινοτισμός είναι κάτι που βολεύει και τις δύο πλευρές και τις ηγεσίες τους» γιατί μπορούν να στηρίζουν έτσι τις εθνικές αφηγήσεις τους.
Αυτό είναι και αληθές και απηχεί τον τρόπο που προσδιορίζουν οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι την ταυτότητά τους. Στη συμφωνία της 11ης Φεβρουαρίου υπάρχει η πρόνοια του σεβασμού της διακριτής ταυτότητας της κάθε κοινότητας. Ναι είμαστε Ελληνοκύπριοι και είναι Τουρκοκύπριοι.
Δεν αναζητάμε τη δημιουργία ενός κυπριακού έθνους, όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο Τζιαμπάζης, δεν αναζητεί η ΕΕ τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού έθνους.
Αναζητούμε όμως την ανάδειξη, μιας ομοσπονδιακής συνείδησης που μας υποβάλλει «Φτάνει πια»! Η Κύπρος είναι γη όλων των Κυπρίων. Η αναγέννηση της κοινής μας πατρίδας είναι το χρέος που έχουμε απέναντι στα παιδιά μας και η θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας και στις δύο κοινότητες για τη δημιουργία μιας πατρίδας στηριγμένης σε κοινές δημοκρατικές αξίες και κοινές σύγχρονες κοινωνικές αντιλήψεις.
Αγαπητοί μου φίλοι
Βρισκόμαστε μπροστά σε μιαν ανεπανάληπτη συγκυρία ευνοϊκών συνθηκών για επίλυση του Κυπριακού. Κατά την άποψη μου μπορούμε να πετύχουμε ένα δημιουργικό συμβιβασμό φτάνει να έχουμε το θάρρος της αυτοκριτικής και της συγνώμης για πράξεις και παραλήψεις που μάτωσαν τις σχέσεις των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο.
Μπορούμε να πετύχουμε ένα συμβιβασμό που θα βασίζετε στην ασφάλεια και την εμπιστοσύνη.
Η Ομοσπονδία όπως πολύ σωστά αναφέρει και ο Κυριακός Τζιαμπάζης σε όλη του την μελέτη, είναι το μόνο όχημα για να κερδίσουμε το μεγάλο στοίχημα του μέλλοντος μας.
Σας Ευχαριστώ.


ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ κ. ΤΟΥΜΑΖΟΥ ΤΣΙΕΛΕΠΗ

Κυρίες και κύριοι,
φίλες και φίλοι,
όταν στο μακρινό 1976 πήγα στο πανέμορφο και φιλήσυχο τότε Κίεβο για να σπουδάσω, πολλά μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας με πλησίαζαν και μου μιλούσαν με τα καλύτερα λόγια για τον Κυριάκο. Ήταν βλέπετε ο πρώτος Κύπριος που είχε ήδη αποφοιτήσει από τον ίδιο κλάδο. Μου τον έφερναν ως παράδειγμα ανθρώπου, φίλου και φοιτητή. Φυσιολογικά, λοιπόν, ένοιωσα ευθύς εξαρχής την ανάγκη να μην τους απογοητεύσω. Αν τα κατάφερα ή όχι δεν μπορώ να to κρίνω αλλά σε κάθε περίπτωση ευχαριστώ τον Κυριάκο τόσο για την εκ του μακρόθεν θετική επίδραση όσο και για την τιμητική πρόσκληση να παρουσιάσω το νέο του βιβλίο.
Αναμφίβολα το βιβλίο είναι εξαιρετικά επίκαιρο και χρήσιμο γιατί έρχεται σε μια στιγμή που οι συνομιλίες για λύση του Κυπριακού, ύστερα από πέντε πέτρινα χρόνια, επανέρχονται σε ουσιαστική φάση και μάλιστα με τον Μουσταφά Ακιντζί στο πηδάλιο της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Τα ζητήματα που αναλύονται στο βιβλίο, δηλαδή το περιεχόμενο της έννοιας διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα και άλλα συναφή, κατέχουν δεσπόζουσα θέση στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων.
Όσο παράδοξο και αν ακούεται, παρόλο που η μορφή της λύσης έχει συμφωνηθεί από το 1977, δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει στο μυαλό πολλών από εμάς. Το θέμα επανέρχεται δριμύτερο κάθε φορά που παρατηρείται κινητικότητα στο Κυπριακό. Θυμούμαι ενδεικτικά ότι το 2009, με τη διαπραγματευτική διαδικασία σε πλήρη εξέλιξη, τέθηκε επιτακτικά στο Εθνικό Συμβούλιο θέμα ξεκαθαρίσματος των εννοιών της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα, της μίας κυριαρχίας, διεθνούς προσωπικότητας και ιθαγένειας, της μετεξέλιξης της Κυπριακής Δημοκρατίας και άλλα συναφή. Πήρα τότε εντολή από τον τέως Πρόεδρο Χριστόφια να ετοιμάσω σχετικό έγγραφο. Πράγματι, το έγγραφο ετοιμάστηκε και δόθηκε αυθημερόν στα μέλη του σώματος. Διέρρευσε μάλιστα και δημοσιεύθηκε αυτούσιο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όπως άλλωστε συστηματικά συμβαίνει με όλα τα έγγραφα του Εθνικού Συμβουλίου. Συμφωνήθηκε να συζητηθούν οι θέσεις των κομμάτων σε επόμενη συνεδρία. Πέρασαν από τότε έξι ολόκληρα χρόνια  χωρίς ποτέ να γίνει η σχετική συζήτηση αλλά αυτό δεν παρεμποδίζει την επαναφορά του θέματος κάθε φορά που υπάρχουν εξελίξεις.
Όσα προανέφερα είναι, νομίζω, αρκετά για να καταδείξουν ότι ορθώς ο Κυριάκος αποφάσισε να ασχοληθεί με το περιεχόμενο των συγκεκριμένων εννοιών στο νέο του βιβλίο. Τέτοιες αναλύσεις μόνο υποβοηθητικές της όλης προσπάθειας μπορούν να αποβούν γιατί ο καθορισμός του περιεχομένου πολύπλοκων και σε μεγάλο βαθμό αδόκιμων – όπως σωστά διαπιστώνει ο Κυριάκος - ορολογιών δεν συνιστά μονοπώλιο της πολιτικής ηγεσίας. Θεωρώ προτέρημα του βιβλίου αυτό που αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας στον επίλογο, ότι δηλαδή το δοκίμιο απευθύνεται στην ευρύτερη κοινωνία των πολιτών. Πράγματι, ο συγγραφέας απέφυγε δυσνόητες νομικές ή φιλοσοφικές έννοιες και όρους και προσπάθησε να αναλύσει σε κατανοητό λόγο τα θέματα, χωρίς να παραποιήσει το περιεχόμενό τους. Νομίζω ότι τα κατάφερε. Μπορεί να φαίνεται εύκολο να μιλά κανείς με απλό λόγο χωρίς όμως να φθάνει στον εκχυδαϊσμό, αλλά στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δύσκολο γιατί ο συνδυασμός των δύο προϋποθέτει βαθιά γνώση του αντικειμένου.
Μετά το γενικό σχολιασμό, έρχομαι στα συγκεκριμένα. Δεν προτίθεμαι ασφαλώς να σχολιάσω όλα τα ζητήματα που θίγονται στο βιβλίο. Στα πλαίσια του περιορισμένου χρόνου που διαθέτω θα σταθώ μόνο στα κατά τη γνώμη μου πιο σημαντικά σημεία.
Στην εισαγωγή του δοκιμίου αναφέρεται ότι το 2004 απορρίφθηκε το σχέδιο Ομοσπονδίας που είχαν ετοιμάσει τα Ηνωμένα Έθνη. Συμφωνώ ότι επρόκειτο για ένα σχέδιο διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα και όχι συνομοσπονδίας όπως πολλοί ισχυρίζονται. Δεν πιστεύω πως όλοι αυτοί που απέρριψαν το σχέδιο το έπραξαν όλοι για τους ίδιους λόγους. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι κάποιοι το απέρριψαν επειδή, άλλοι ανοιχτά και άλλοι συγκαλυμμένα, διαφωνούν με την ομοσπονδιακή λύση. Οι περισσότεροι, όμως, πιστεύω ότι το απέρριψαν για άλλους λόγους που ποικίλλουν.
Αλίμονο αν δεχθούμε την αντίληψη πως το 76% των Ελληνοκυπρίων απέρριψε την ομοσπονδία. Θα χύναμε  έτσι νερό στο μύλο των πολεμίων της ομοσπονδιακής λύσης. Ασφαλώς ένα συνομοσπονδιακό σχέδιο είναι εξ ορισμού απαράδεκτο, αλλά δεν ισχύει κατ΄ανάγκη και το αντίθετο. Ένα ομοσπονδιακό σχέδιο δεν είναι εξ ορισμού αποδεκτό γιατί μπορεί να περιέχει απαράδεκτα στοιχεία. Για παράδειγμα, μπορεί να προνοεί για παραμονή των κατοχικών στρατευμάτων, να επεκτείνει τα επεμβατικά δικαιώματα, να μην επιστρέφει εδάφη, να στερεί από τους πρόσφυγες το δικαίωμα επιστροφής κ.ο.κ. αλλά να είναι ομοσπονδιακό. Δεν εννοώ φυσικά ότι όλα αυτά περιλαμβάνονταν στο σχέδιο Ανάν, αλλά είχε αναπτυχθεί τότε παρόμοια προπαγάνδα.
Η ανάλυση για τη δικοινοτική ομοσπονδία είναι περιεκτική και ενδιαφέρουσα. Ο συγγραφέας επιχειρεί ιστορική ανάλυση της έννοιας «κοινότητα»,  έρχεται στο πώς αυτή γίνεται αντιληπτή στην Κύπρο και επιπλέον   εξηγεί γιατί χρησιμοποιείται ο όρος «θρησκευτική ομάδα». Το μόνο που θα ήταν ίσως χρήσιμο να προστεθεί εδώ είναι ότι ο όρος «κοινότητα» χρησιμοποιείται και ως ενδιάμεση έννοια μεταξύ μειονότητας και λαού. Πολλοί Ελληνοκύπριοι εξακολουθούν, ρητώς ή εμμέσως, να θεωρούν τους Τουρκοκύπριους ως μειονότητα ενώ οι τουρκοκυπριακές πολιτικές δυνάμεις στην πλειοψηφία τους θεωρούν τους Τουρκοκύπριους ως χωριστό λαό. Πιστεύω ότι και οι δύο αυτές προσεγγίσεις είναι ακραίες και λανθασμένες. Η μειονότητα έχει κάποια συλλογικά δικαιώματα που έχουν σχέση βασικά με τη διατήρηση των πολιτιστικών της ιδιαιτεροτήτων με την ευρεία έννοια (γλώσσα, θρησκεία κ.ο.κ.) αλλά στερείται ουσιαστικής θεσμοθετημένης συμμετοχής στα όργανα εξουσίας. Η κοινότητα είναι πιο αναβαθμισμένη οντότητα ακριβώς επειδή έχει θεσμοθετημένη συμμετοχή στα όργανα εξουσίας ανεξαρτήτως πληθυσμιακής αναλογίας. Ο δε λαός έχει επιπλέον και δικαίωμα αυτοδιάθεσης, που υπό ορισμένες προϋποθέσεις περιλαμβάνει δικαίωμα ανακήρυξης χωριστού κράτους.
Οι Τουρκοκύπριοι αναγνωρίζονται στο Σύνταγμα του 1960 ως κοινότητα επειδή ακριβώς έχουν θεσμοθετημένη συμμετοχή στην Κυβέρνηση (Αντιπρόεδρος με δικαίωμα βέτο σε βασικά ζητήματα τόσο σε αποφάσεις της Κυβέρνησης όσο και της Βουλής, τρεις από τους δέκα Υπουργούς, 30% στη Δημόσια Υπηρεσία, χωριστούς Δήμους, κ.α.). Δεν αποτελούν όμως χωριστό λαό, αλλά μέρος του λαού της Κυπριακής Δημοκρατίας που αποτελείται από δύο κοινότητες. Ως εκ τούτου δεν έχουν χωριστό δικαίωμα αυτοδιάθεσης και χωριστού κράτους.  
Από αυτή την άποψη, δεν είμαι σίγουρος πως ο λόγος για τον οποίο ο δικοινοτισμός βολεύει τόσο τους Τουρκοκύπριους όσο και τους Ελληνοκύπριους είναι αυτός που υποστηρίζει ο συγγραφέας, ότι δηλαδή έτσι διατηρούν τη σχέση με τις μητέρες πατρίδες. Βολεύει, όμως, όλους εμάς που επιδιώκουμε την ομοσπονδιακή λύση ως τη χρυσή τομή μεταξύ κεντρομόλων και φυγόκεντρων δυνάμεων, γιατί αυτή αποκλείει τόσο την ελληνοκυπριακή κηδεμονία όσο και τα δύο χωριστά κράτη.
Ο δικοινοτισμός όπως καθορίζεται από τις διατάξεις του Συντάγματος του 1960, δηλαδή η αποτελεσματική συμμετοχή στα όργανα και τις αποφάσεις  του κράτους, αναπόφευκτα θα μεταφερθεί και στην ομοσπονδιακή δομή και θα εμπλουτιστεί με τα στοιχεία που αυτή συνεπάγεται. Η πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και αναλύεται από τον συγγραφέα εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς το στόχο: Συνιστά σύζευξη του δικοινοτισμού με την ομοσπονδιακή δομή. Γι΄αυτό, μαζί με τα προαναφερθέντα στοιχεία, περιλαμβάνει την ίση εκπροσώπηση στη Γερουσία και τις ταυτόσημες αρμοδιότητες των συνιστωσών πολιτειών.
Στο κεφάλαιο του δικοινοτισμού έχω μόνο δύο επιμέρους παρατηρήσεις. Πρώτο, δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι με τη συνολική ρύθμιση του προβλήματος ο όρος «δικοινοτική ομοσπονδία» θα διαγραφεί από το πολιτικό λεξικό. Αν μη τι άλλο, σίγουρα θα καταγράφεται στο Σύνταγμα. Και δεύτερο, είναι λίγο άδικο να υποστηρίζεται ότι στο παρελθόν είχε συμφωνήσει και η ηγεσία του ΑΚΕΛ στη λογική της κατάργησης της συνταγματικής τάξης αναζωπυρώνοντας την ενωσιολογία. Σίγουρα ήταν λάθος η υποστήριξη της Ένωσης μεταξύ 1964 και 1967 εκ μέρους του ΑΚΕΛ και κάναμε αυτοκριτική γι΄αυτό. Όμως, η ανατροπή της συνταγματικής τάξης είναι κάτι διαφορετικό. Η συμβουλή του ΑΚΕΛ προς τον Μακάριο για τα 13 σημεία ήταν ότι δεν έπρεπε να υποβληθούν αλλά να προχωρήσουμε σε αλλαγές όταν θα ωρίμαζαν οι συνθήκες και πάντα με τη σύμφωνη γνώμη της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Όχι για να την υποβαθμίσουμε σε μειονότητα, αλλά για να προσπαθήσουμε να απαλλαγούμε από τις διεθνείς δουλείες (Συνθήκες Εγγύησης, Συμμαχίας και Εγκαθίδρυσης) και για να καταστήσουμε πιο λειτουργικό το Σύνταγμα.
Το κεφάλαιο «η διζωνικότητα στην ομοσπονδία» έχει βρεθεί και πάλι σήμερα στο επίκεντρο των συζητήσεων όπως κάθε φορά που ανοίγεται ένα παράθυρο ελπίδας.  Ο συγγραφέας επιχειρεί μια εξαιρετικά χρήσιμη και εμβριθή ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη της εν λόγω έννοιας. Το μόνο που θα ήθελα να τονίσω λίγο περισσότερο είναι η διαφορετική ερμηνεία των δύο πλευρών. Η τουρκοκυπριακή πλευρά συνδέει τη διζωνικότητα με εγγυημένες πλειοψηφίες πληθυσμού και γης ενώ στην αντίληψη της ελληνοκυπριακής πλευράς η διζωνικότητα σημαίνει απλώς ομοσπονδιακό κράτος αποτελούμενο από δύο συνιστώσες πολιτείες (ή όπως άλλως ήθελαν ονομαστεί, αυτό δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αφού πολλές είναι οι διαφορετικές ορολογίες σε ομοσπονδιακά συστήματα) και η κάθε πολιτεία θα διοικείται από την αντίστοιχη κοινότητα. Ειλικρινά πιστεύω ότι οι συζητήσεις περί εγγυημένων πλειοψηφιών θα έπρεπε να είχαν τερματιστεί από τότε που επιτεύχθηκε σύγκλιση μεταξύ Χριστόφια – Ταλάτ ότι όλοι οι Κύπριοι πολίτες θα έχουν δικαίωμα να κατοικούν, να εργάζονται, να διεξάγουν εμπόριο, να ασκούν επάγγελμα, να εγκαθιδρύουν και να λειτουργούν επιχειρήσεις ή να ασκούν οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα οπουδήποτε στο νησί χωρίς κανένα απολύτως περιορισμό (βλέπε έγγραφο Η.Ε. “convergences 2008 – 2012”, σ. 69).
Έχω και σε αυτό το κεφάλαιο, της διζωνικότητας, μόνο δύο επιμέρους παρατηρήσεις. Στη σ. 30 ο συγγραφέας αναφέρει ότι οι Τουρκοκύπριοι έχουν το δικό τους διεθνώς μη αναγνωρισμένο κράτος. Όπως είχα πει όταν παρουσίαζα ένα από τα βιβλία του Νίκου Τριμικλινιώτη, πιστεύω ότι η «ΤΔΒΚ» από τη σκοπιά του διεθνούς δικαίου δεν μπορεί να αξιολογείται ως μη αναγνωρισμένο κράτος αλλά ως παράνομη οντότητα. Το πρώτο έχουν όλα τα κράτη δικαίωμα να το αναγνωρίσουν, το δεύτερο όχι. Ακόμη  και αν το αναγνωρίσουν, χωρίς ποτέ να υποτιμώ τις ολέθριες πολιτικές συνέπειες από τυχόν τέτοια εξέλιξη, δεν μπορούν να το νομιμοποιήσουν.
Στη σ. 35 ο συγγραφέας επικρίνει την τότε ηγεσία του ΑΚΕΛ επειδή είχε διαφωνήσει με τη σοβιετική πρόταση για ομοσπονδιακή λύση χωρίς μετακίνηση πληθυσμών. Δεν πιστεύω ότι τέτοιας μορφής ομοσπονδιακή διευθέτηση πριν το 1974 θα ήταν ορθή επιλογή. Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που οδηγούν σε ομοσπονδιακή πολιτειακή δομή και ένας από αυτούς είναι η επίλυση προβλημάτων μεταξύ διαφορετικών εθνοτήτων που διαβιώνουν στο ίδιο κράτος. Αυτού του είδους τα ομοσπονδιακά κράτη εξυπηρετούν το σκοπό της ίδρυσης τους μόνο αν οι διαφορετικές εθνότητες ή όπως άλλως ήθελαν ονομαστεί (κοινότητες στη δική μας περίπτωση) ζουν λίγο - πολύ αμιγώς σε μια περιοχή. Όταν  όμως είναι διάσπαρτες σε ολόκληρη την επικράτεια, δεν έχει νόημα η ομοσπονδοποίηση. Συνεπώς, με ομοσπονδιακή δομή δεν θα επιλύαμε το πρόβλημα μεταξύ δύο κοινοτήτων εκτός και αν προχωρούσαμε σε αναγκαστική περαιτέρω μετακίνηση πληθυσμών, πράγμα βέβαια αδιανόητο. Άλλωστε, σε συνταγματικό επίπεδο είχαμε πολλά ομοσπονδιακά στοιχεία, χωρίς ασφαλώς να ισχυρίζομαι ότι είχαμε ομοσπονδιακό κράτος διότι απουσίαζε το εδαφικό στοιχείο.
Το τελευταίο κεφάλαιο, που ενδιατρίβει στις αξιακές αρχές για ρύθμιση του προβλήματος, είναι κατά τη γνώμη μου ίσως το πιο σημαντικό. Συμφωνώ και υπερθεματίζω ότι χωρίς πολιτική βούληση και σεβασμό της άλλης άποψης στην πράξη και όχι στα λόγια, χωρίς αμοιβαιότητα συμβιβασμών όποια λύση και να βρούμε θα είναι θνησιγενής. Χωρίς ποτέ αυτό να σημαίνει ότι δεν έχει σημασία το περιεχόμενο της λύσης.
Στο κεφάλαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα ιδιαίτερη σημασία έχει η προσέγγιση του Κυριάκου για την πολυσυζητημένη αρχή «ένας άνθρωπος, μία ψήφος». Η πληθώρα παραδειγμάτων από τη διεθνή πρακτική που παρατίθενται δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι στην Κύπρο κυριαρχεί μια στρεβλή αντίληψη για το συγκεκριμένο ζήτημα.
Ο συγγραφέας αναφέρεται σχετικά στην πρόταση του τέως Προέδρου Δημήτρη Χριστόφια για την εκτελεστική εξουσία, η οποία περιλαμβάνει σταθμισμένη ψήφο ,ασκώντας κριτική όχι στην ίδια την πρόταση αλλά για το γεγονός ότι δεν την μονογράφησε. Δεν μπορώ να μη συμφωνήσω ότι το καλύτερο θα ήταν η καταγραφή των συγκλίσεων αλλά θέλω να υπενθυμίσω, χωρίς αυτό να αποτελεί δικαιολογία, ότι τότε υπήρξε σφοδρή αντίδραση σε αυτό και μάλιστα σε μια στιγμή που είχε ήδη προσχωρήσει και ο ΔΗΣΥ στο στρατόπεδο των επικριτών. Ούτως ή άλλως, η εν λόγω σύγκλιση μαζί με όλες τις άλλες καταγράφηκε από τα Η.Ε. στο γνωστό τους έγγραφο αλλά αυτό δεν παρεμπόδισε τον Έρογλου να συνεχίσει να την απορρίπτει.
Η συγκεκριμένη πρόταση για εκ περιτροπής προεδρία και σταθμισμένη ψήφο δέχθηκε δριμεία και άδικη κριτική ως δήθεν γενναιόδωρη προσφορά. Αλλά η εκ περιτροπής προεδρία ήταν στο τραπέζι από το 1993 και περιλαμβανόταν στις πέντε παραλλαγές του σχεδίου Ανάν. Το σχέδιο απορρίφθηκε και δεν θα μπορούσε να επανέλθει χωρίς ουσιαστικές βελτιώσεις αλλά γνωρίζαμε ότι θέματα που αφορούν την ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ των δύο κοινοτήτων, πρωτίστως δε ζητήματα συμμετοχής στα όργανα και τις αποφάσεις του ομοσπονδιακού κράτους δεν θα μπορούσαν να αλλάξουν. Συνεπώς, επιχειρήσαμε να βελτιώσουμε αλλά όχι να απαλλαγούμε από την εκ περιτροπής, αυτό θα ήταν μάταιο και θα μας εξέθετε. Έτσι, τη συνδέσαμε με τη διασταυρούμενη και, συνεπώς, σταθμισμένη ψήφο βασισμένη στην αρχή της ίσης επιρροής: Όση ποσοστιαία επιρροή θα έχουν οι Τ/Κ στην εκλογή του Ε/Κ εκ περιτροπής Προέδρου, τη ίδια ποσοστιαία επιρροή να έχουν οι Ε/Κ στην εκλογή του Τ/Κ. Πήρε δύο χρόνια στον Ταλάτ να το δεχθεί αλλά το έπραξε. Στη συνέχεια το απέσυρε ο Έρογλου ενώ τώρα θέλει να το αλλάξει η Ε/Κ πλευρά. Είναι δικαίωμα του Προέδρου να το πράξει και μακάρι να καταλήξει σε κάτι ισάξιο, παρόλο που έχω ισχυρές αμφιβολίες αν αυτό θα γίνει κατορθωτό.
Άφησα τελευταίο αλλά όχι έσχατο το ζήτημα των υδρογονανθράκων. Ο συγγραφέας εκφράζει την άποψη, με την οποία δύσκολα θα μπορούσε κανείς να διαφωνήσει, ότι δεν θα είναι χωρίς προβλήματα η εξόρυξη του φυσικού αερίου χωρίς λύση του Κυπριακού. Αναπτύσσει επίσης με πειστικό τρόπο τα οικονομικά οφέλη της λύσης που προκύψουν τόσο από την απρόσκοπτη αξιοποίηση του πολύτιμου αυτού αγαθού όσο και από μια σειρά άλλων παραγόντων όπως η διάλυση της Εθνικής Φρουράς, ο τουρισμός και άλλα. Εξηγεί, επίσης, γιατί η ομοσπονδιακή πολιτειακή δομή δεν θα είναι τόσο δαπανηρή όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως.
Επιστρέφοντας στο ζήτημα των υδρογονανθράκων, σημειώνω ότι ο συγγραφέας περιλαμβάνει στο δοκίμιο παλαιότερο άρθρο του με το οποίο ασκούσε κριτική στον τέως Πρόεδρο Χριστόφια για μια αναφορά του ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ότι θα μπορούσαν να επωφεληθούν και οι Τ/Κ από την αξιοποίηση τους πριν τη λύση. Βεβαίως, κριτική έγινε και από την ανάποδη. Εκείνο που εγώ θέλω να τονίσω είναι ότι μαζί με την όποια καλοδεχούμενη κριτική θα μπορούσε να λεχθεί και κάτι για την ουσία. Που δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι ανάμεσα στις πολλές και ουσιαστικές συγκλίσεις περιλαμβάνεται και η συμφωνία ότι όλες οι θαλάσσιες ζώνες, περιλαμβανομένης της ΑΟΖ, θα συνιστούν ομοσπονδιακή αρμοδιότητα. Αυτή είναι μια κλασική περίπτωση κέρδους για όλους. Για τους Ελληνοκύπριους διότι αυτό υπογραμμίζει τη θέση μας για μία και μόνη κυριαρχία και διεθνή προσωπικότητα. Και για τους Τουρκοκύπριους επειδή με αυτή τη ρύθμιση, όταν με το καλό λυθεί το Κυπριακό θα επωφελούνται και εκείνοι από την αξιοποίηση του φυσικού αερίου. Περαιτέρω, επήλθε σύγκλιση ότι οι φυσικοί πόροι, συνεπώς και το φυσικό αέριο, θα συνιστούν επίσης ομοσπονδιακή αρμοδιότητα. Τέλος, επιτεύχθηκε σύγκλιση για το πώς θα κατανέμονται τα ομοσπονδιακά έσοδα, συνεπώς και τα έσοδα από το φυσικό αέριο. Η σημασία αυτών των συγκλίσεων είναι σήμερα εμφανέστατη, αφού όλες μαζί ως σύνολο συνιστούν λύση του ζητήματος του φυσικού αερίου με τη λύση του Κυπριακού. Είναι αυτές ακριβώς τις συγκλίσεις που έστω και μετά από αρκετό δισταγμό τελικά υιοθέτησε κα πρόταξε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, κάτι που συνέβαλε στο ξεπέρασμα της κρίσης με το Μπαρμπαρός.
Τελειώνοντας θέλω να υπογραμμίσω ότι οι επιμέρους παρατηρήσεις υποκειμενικού χαρακτήρα, απολύτως φυσιολογικές σε τέτοια δύσκολα και αμφιλεγόμενα ζητήματα, σε καμία περίπτωση δεν αφαιρούν κάτι από την αξία του δοκιμίου. Πρόκειται για ένα ευανάγνωστο σύγγραμμα που συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους όσους ενδιαφέρονται για το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε, το Κυπριακό, από την έκβαση του οποίου θα κριθεί το ίδιο το μέλλον του τόπου και του λαού. Συγχαίρω από καρδιάς το φίλο Κυριάκο και του εύχομαι ολόψυχα το ίδιο που είχα ευχηθεί στον Γιώργο Βασιλείου κατά την παρουσίαση του τελευταίου του βιβλίου: Το επόμενο του έργο να έχει ως αντικείμενο όχι τις προσπάθειες για ρύθμιση του Κυπριακού αλλά την ομαλή εφαρμογή της λύσης που θα έχει στο μεταξύ επιτευχθεί.
 Ευχαριστώ για την προσοχή σας και απολογούμαι γιατί νομίζω ότι μακρηγόρησα κάπως. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: