10 Σεπ 2012

«Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά»

Λεονάρδο Παδούρα
«Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά»
Έχω διαβάσει το απόσπασμα που δημοσιεύσατε στην εφημερίδα σας από το βιβλίο του Λεονάρδο Παδούρα με τον πιο πάνω τίτλο. Πιστεύω, ότι το απόσπασμα που δημοσιεύθηκε δεν ανταποκρίνεται προς το περιεχόμενο του βιβλίου. Έχω μελετήσει το βιβλίο και πραγματικά το βρήκα πολύ ενδιαφέρον. Είναι αφιερωμένο στη ζωή του Λέοντα Τρόσκυ, από την εξορία του στις στέπες του Καζαχστάν. Ήταν η εκδίκηση του Στάλιν προς την ιστορική ηγεσία του ΚΚΣΕ, η έναρξη των δολοφονιών τους. Το βιβλίο περιγράφει πως αποφάσισε ο Στάλιν να κηρύξει τον Τρόσκυ ανεπιθύμητο πρόσωπο στη χώρα του και πως σε συνεννόηση με την τουρκική κυβέρνηση μεταφέρθηκε στο νησί Πρίγκηπος. Αργότερα όταν η Τουρκία διαφοροποίησε τη στάση της έναντι της ΕΣΣΔ κάλεσε τον Τρόσκυ να αναζητήσει χώρα που να του παραχωρήσει άσυλο. Ύστερα από αρκετές περιπλανήσεις του σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, τελικά καταλήγει στο Μεξικό.
Το βιβλίο διηγείται τη ζωή του Ραμόν Μερκαντέρ, ενός ισπανού κομουνιστή που επιστρατεύτηκε από τις Νε Γκα Βε Ντε (πρόδρομος της Γκα Κε Μπε) στην περίοδο του ισπανικού εμφυλίου πολέμου με μοναδική αποστολή να δολοφονήσει τον Τρόσκυ. Αυτό τον άνθρωπο συναντά ο συγγραφέας του βιβλίου, χρόνια μετά την απελευθέρωση του από τις φυλακές του Μεξικού και του διηγείται κατά έμμεσο τρόπο την ιστορία του. Δεν του αποκαλύπτει ποιος ήταν, ούτε και το πραγματικό του όνομα, αλλά για το συγγραφέα γίνεται φανερό ότι είναι ο Ραμόν Μερκαντέρ. Γι’ αυτό και ο συγγραφέας τον αποκαλεί «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά», επειδή στους περιπάτους του στην παραλία της Αβάνας, συνοδευόταν πάντοτε από δυο ρωσικά σκυλιά που είχε φέρει από τη Μόσχα.
Ο Ρ. Μερκαντέρ, μετά την απελευθέρωση του στις 20 Αυγούστου του 1960 από τις φυλακές του Μεξικού κατέφυγε στη Μόσχα. Έζησε για ένα διάστημα στο ξενοδοχείο «Λενινγκράντ» που βρίσκεται κοντά στο σταθμό των τρένων που φθάνουν από το Λένινγκραντ (σήμερα Πετρούπολη). Αργότερα μετακόμισε σε διαμέρισμα τεσσάρων δωματίων που του παραχώρησε το κράτος, κοντά στο σταθμό του μετρό «Σόκολ». Του παραχωρούν σύνταξη και ξεχασμένος από όλους ζει με τη σύζυγο του που γνώρισε όταν ήταν στην φυλακή. Το πραγματικό του όνομα έγινε γνωστό, όταν η μητέρα του Καριδάδ το αποκάλυψε σε φίλο της όταν στην περίοδο του παγκοσμίου πολέμου 1941-1943 μετακόμισε στην Τασκένδη.
Διάβασα στη ρωσική γλώσσα το βιβλίο του Πάβελ Σουντοπλάτωφ «Κατασκοπεία και Κρεμλίνο» που εκδόθηκε το 1996, ο οποίος ήταν ο υπεύθυνος της κατασκοπευτικής δράσης στο εξωτερικό και περιγράφει επίσης με κάθε λεπτομέρεια τη δολοφονία του Τρόσκυ, τις εντολές που είχε λάβει από τον Μπέρια και το δείπνο που είχε με τον Στάλιν γι’ αυτό το σκοπό. Περιγράφει επίσης, ότι ο Ραμόν Μερκαντέρ βρισκόταν σε δυσμένεια από τη σοβιετική εξουσία, παρόλο που όταν έφθασε στη Μόσχα τον υποδέχθηκε ο Σιελέπιν, τότε πολιτικός προϊστάμενος της ΚΓΒ και του απέδωσε τον τίτλο του ήρωα της ΕΣΣΔ. Συνέχισαν όμως να τον χρηματοδοτούν η ΚΓΒ και το ταμείο συντάξεων για τους ήρωες της ΕΣΣΔ. Το 1970 φεύγει από τη Μόσχα και πηγαίνει στην Αβάνα ως σύμβουλος του Φιντέλ Κάστρο, αλλά μόνη αποστολή του είναι να πηγαίνει περιπάτους στην παραλία. Ο Ραμόν Μερκαντέρ πέθανε το 1978. Το σώμα του μεταφέρθηκε μυστικά στη ΕΣΣΔ και θάφτηκε στο νεκροταφείο Κουντσέφσκι στη Μόσχα. Το όνομα που γράφει ο τάφος του είναι: «Ραμόν Ιβάνοβιτς Λόπες, ήρωας της ΕΣΣΔ». Στην κηδεία του παρευρέθηκε μόνο ο Εϊντιγκόν, ο άνθρωπος της ΚΓΒ που τον επιστράτευσε και τον καθοδηγούσε μέχρι τη δολοφονία του Τρόσκυ.
Διαβάζοντας το βιβλίο του Λ. Παδούρα έφερνα συνεχώς στη μνήμη μου και το βιβλίο του Π. Σουτοπλάτωφ το οποίο είναι γεμάτο από συνομωσίες και δολοφονίες συναδέλφων τόσο μέσα στην ΚΓΒ όσο και των πολιτικών προσώπων που η αύξηση της δημοτικότητας τους μπορούσε να επισκιάσει ή να θέσει σε αμφισβήτηση την προσωπικότητα του «πατερούλη» και έπρεπε να «εξαφανιστούν» (αυτή η λέξη χρησιμοποιούσαν στα έγγραφα της ΚΓΒ για τα πρόσωπα που έπρεπε να δολοφονηθούν). Συνιστώ σε όλους που αγαπούν τα ιστορικά μυθιστορήματα να μελετήσουν το βιβλίο του κουβανού συγγραφέα. Δεν είναι βιβλίο για τις διακοπές, αλλά ένα βιβλίο διδακτικό και συνάμα συναρπαστικό.

Εφημερίδα ΑΛΗΘΕΙΑ 10/9/2012.

Σημ: Επειδή αρκετοί αναγνώστες αυτού του σημειώματος που έγραψα για το ιστορικό μυθιστόρημα του Λ. Παδούρα μου ζήτησαν περισσότερες πληροφορίες για τον Ραμόν Μερκαντέρ σε περίληψη αναφέρω σε περίληψη μερικά στοιχεία από το βιβλίο του Πάβελ Σουτοπλάτωφ:
              
Ο Μπέρια που είχε αναλάβει τη διοίκηση της ΚΓΒ (τότε ονομαζόταν Εν Γκα Βε Ντε) και μαζί με το Σουτοπλάτωφ επισκέφθηκαν τον Στάλιν, ο οποίος τόνισε την ανάγκη εξόντωσης του Τρόσκυ για να μην απειλείται η Κομεντέρ σε συνθήκες επερχόμενου πολέμου. Τόνισε ότι δεν θα ανεχθεί άλλη αποτυχία όπως εκείνης του 1937, όταν ο σοβιετικός κατάσκοπος Σπίγκελγκλας είχε αποτύχει οικτρά (τον εκτέλεσαν αργότερα ως «εχθρό του λαού»). Η ανάληψη αυτής της αποστολής από τον Σουτοπλάτωφ τον ανέβασε στη θέση του αναπληρωτή αρχηγού της κατασκοπείας για το εξωτερικό. Με την ανάληψη των καθηκόντων του κάλεσε στο γραφείο του τον Εϊντιγκόν, συνάδελφο και φίλο του από τα παλιά, ο οποίος μόλις είχε κληθεί να επιστρέψει από το Παρίσι, βρισκόταν σε αδράνεια και υπό παρακολούθηση. Ήταν κι’ αυτός στον κατάλογο των εξοντώσεων που πραγματοποιούσε το σταλινικό καθεστώς. Ο Σουτοπλάτωφ του ανάφερε την επιχείρηση εξόντωσης του Τρόσκυ και τον κάλεσε να αναλάβει επικεφαλής αυτής την επιχείρησης. Η ανάληψη αυτής της ευθύνης το έσωσε τη ζωή.
Ο Εϊντιγκόν ονόμασε την πράξη εξόντωσης του Τρόσκυ «Πάπια». Ο Εϊντιγκόν ήταν έμπειρος πράκτορας και γνώριζε προσωπικά τους πράκτορες που εργάζονταν για την ΕΣΣΔ τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Ευρώπη. Είχε αναλάβει αρκετές αποστολές και τις είχε εκτελέσει χωρίς απώλειες. Για την υπόθεση όμως που αφορούσε τον Τρόσκυ είχαν ένα σοβαρό πρόβλημα. Ένας από τους πράκτορες τους ο Ορλώφ είχε λιποτακτήσει στη Δύση και αναγκάστηκαν να αποσύρουν από το στενό περιβάλλον του Τρόσκυ την πράκτορά τους Μαρία ντε Λας Έρας. Η πράκτορας αυτή είχε διεισδύσει στο περιβάλλον του Τρόσκυ την περίοδο που αυτός βρισκόταν εξόριστος στη Νορβηγία και εργαζόταν ως ιδιαιτέρα γραμματέας του. Είχαν φοβηθεί ότι ο Ορλώφ θα την αποκάλυπτε στον Τρόσκυ.
Ο Εϊντιγκόν οργάνωσε την πρώτη ομάδα κρούσης και την ονόμασε «Άτι». Επικεφαλής τέθηκε ο μεξικανός ζωγράφος Νταβίτ Αλφάρο Σικέϊρος, προσωπικός φίλος και γνωστός του Στάλιν, βετεράνος του ισπανικού εμφυλίου πολέμου. Μετά τον εμφύλιο είχε εγκατασταθεί στο Μεξικό και ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του Κομουνιστικού Κόμματος του Μεξικού. Ο Εϊντιγκόν ετοίμασε και δεύτερη ομάδα με την ονομασία «Μητέρα» με επικεφαλής την Καριδάδ Μερκαντέρ. Η Καριδάδ καταγόταν από πλούσια οικογένεια, παντρεύτηκε τον ισπανό ιδιοκτήτη τρένων. Η Καριδάδ αναμείχθηκε με αναρχικούς, άφησε τον σύζυγό της, πήρε τα τέσσερα παιδιά της και έφυγε για το Παρίσι. Επέστρεψε στην Ισπανία το 1936 με την έκρηξη του εμφυλίου και εντάχθηκε στις ταξιαρχίες των αναρχικών, τραυματίστηκε σοβαρά στο στομάχι  από αεροπορικό πολυβολισμό. Ο πρωτότοκος γιος της σκοτώθηκε στον εμφύλιο και ο δεύτερος, ο Ραμόν εντάχθηκε και αυτός στις ταξιαρχίες των παρτιζάνων. Ο μικρός γιος στάλθηκε στη Μόσχα, όπως και άλλα παιδιά των ισπανών παρτιζάνων, ενώ η κόρη της έμεινε στο Παρίσι. Επειδή ο Ραμόν ήταν άγνωστος στους τροτσκιστικούς κύκλους του Παρισιού, ο Εϊντιγκόν τον έστειλε εκεί ως ένα νεαρό εμπορευόμενο, ο οποίος συμπαθεί τάχατες τους τροτσκιστές και κατά καιρούς τους ενισχύει και οικονομικά, αλλά ποτέ δεν είχε ασχοληθεί με τα πολιτικά και κομματικές οργανώσεις.
Το 1938 η Καριδάδ και ο Ραμόν αποφάσισαν οριστικά να συνεργαστούν με τις μυστικές υπηρεσίες της ΕΣΣΔ. Στο Παρίσι όπου βρίσκονταν εκείνη την περίοδο, ο Ραμόν γνωρίστηκε με την Σύλβια Άγκελοφ, στενή συνεργάτιδα του Τρόσκυ και δραστήριο μέλος των τροτσκιστικών οργανώσεων. Ήταν κοντή, παχουλή και άνοστη κοπέλα και ανταποκρίθηκε αμέσως στον έρωτα του Ραμόν, ο οποίος έμοιαζε πολύ με τον ηθοποιό Αλέν Ντελόν. Αυτή ήταν το κλειδί που ανοίχθηκαν οι πόρτες της κατοικίας του Τρόσκυ στο Μεξικό για τον Ραμόν. Η Σύλβια ήταν γραμματέας του Τρόσκυ, έγραφε τα άρθρα του στη γραφομηχανή, κι αυτή ήταν και ο σύνδεσμος για τη μεταφορά τους στην Ευρώπη.
Η πρώτη ομάδα όταν επιτέθηκε ενάντια στην κατοικία του Τρόσκυ δεν κατάφερε να τον εξοντώσει. Έτσι επιστρατεύθηκε το δεύτερο σχέδιο με τον Ραμόν Μερκαντέρ ο οποίος είχε ήδη μετακομίσει στο Μεξικό και επισκεπτόταν πολύ τακτικά την κατοικία του Τρόσκυ, για να συναντά τη Σύλβια. Σε κάποιες μάλιστα περιπτώσεις έγραψε και κάποια άρθρα και τα έδωσε στον Τρόσκυ για να του εκφράσει την άποψη του και να τα διορθώσει. Στις 20 Αυγούστου 1940 ο Ραμόν χτύπησε στο κεφάλι τον Τρόσκυ με ένα σκεπάρνι αλπινιστών, αλλά δεν κατάφερε να τον σκοτώσει. Πέθανε όμως λίγες μέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο Ραμόν πυροβολήθηκε από το σωματοφύλακα του Τρόσκυ στο πόδι και συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 20 χρόνια φυλάκιση. Στις μεξικανικές αρχές είχε δώσει το όνομα Φρανκ Τζάκσον, αλλά ποτέ δεν είχαν πιστέψει ότι ήταν το πραγματικό του. Το πραγματικό του όνομα έγινε γνωστό το 1946, όταν ένα στέλεχος του Κομουνιστικού Κόμματος της Ισπανίας κατέφυγε στη Δύση από τη Μόσχα και αποκάλυψε το όνομα του, που του το είχε εκμυστηρευθεί η μητέρα του Ραμόν όταν μετακόμισε στην Τασκένδη στην περίοδο του πολέμου.
Ο Ραμόν πέθανε στην Αβάνα, μεταφέρθηκε μυστικά στη Μόσχα και ο τάφος του βρίσκεται στο κοιμητήριο που φέρει το όνομα «Κουντσέφσκι». Στον τάφο γράφτηκε το όνομα: Ραμόν Ιβάνοβιτς Λόπεζ, ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης.            

Δεν υπάρχουν σχόλια: